Λόγος δημιουργικός


Κείμενα, ασκήσεις δημιουργικής γραφής και εργασίες των μαθητών στο πλαίσιο της αρχαίας ελληνικής και νεοελληνικής γραμματείας.

Αγαπημένε μου Οδυσσέα, 
έλα γρήγορα!

Στο παλάτι της Ιθάκης η κατάσταση είναι αφόρητη για όλους τους άλλους εκτός από τους μνηστήρες και τους δούλους που έχουν πάρει το μέρος τους. Όλοι οι άλλοι , θεοί και άνθρωποι, είτε υποφέρουν από την ασυδοσία των μνηστήρων είτε λυπούνται και οργίζονται για τη συμπεριφορά τους.


Ας δούμε πώς εκφράστηκαν οι μαθητές του Α1 και του Α2 ενσαρκώνοντας διάφορους χαρακτήρες από το περιβάλλον της Ιθάκης, εκπέμποντας με τα γράμματά τους  SOS προς το βασιλιά του νησιού, τον καραβοτσακισμένο Οδυσσέα!

Γιάννα Παπανδρέου


Α1

Πολυαγαπημένε μου Οδυσσέα,

Ξέρω πως είσαι ζωντανός, αφού είσαι πολυμήχανος, θα 'χεις βρει κάποιο τρόπο να ξεφύγεις απ' της θάλασσας τη μάχη.
Σου γράφω, διότι πρέπει να γυρίσεις πίσω!!! Σε παρακαλώ! Εδώ η κατάσταση είναι άθλια, τρομακτική και απειλητική. Έχουν εγκατασταθεί στο παλάτι σου μνηστήρες, οι ευγενείς ολόκληρης της Ιθάκης και όχι μόνο. Όλη την ημέρα τρώνε, γλεντούν και τραγουδούν σπαταλώντας ανελέητα την περιουσία σου. Η θέση μου είναι δύσκολη. Με αναγκάζουν να τους τραγουδώ και να τους διασκεδάζω. Δεν αντέχω να τους βλέπω, τόσο ξιπασμένοι και αμαρτωλοί που είναι. Αλλά,δεν είμαι μόνο εγώ! Όλοι υποφέρουν και κυρίως η Πηνελόπη,που προσπαθεί να τους αποφύγει, ενώ είναι συντετριμμένη με την απουσία σου. Όμως, παραμένει πιστή σ' εσένα. Το μόνο καλό που συνέβη είναι πως ο γιος σου ο Τηλέμαχος, ολόκληρος άντρας πια, σήκωσε το κεφάλι στους μνηστήρες και τους κάλεσε στην αγορά για να τους ανακοινώσει ότι πρέπει να φύγουν από το παλάτι. Έγινε πια θαρραλέος και γενναίος, ισόθεος άντρας. Κι όλα αυτά, μετά την επίσκεψη ενός ξένου, του Μέντη από τους Ταφίους, απ' ό,τι πήρε τ' αυτι μου.
Γι αυτό θεϊκέ Οδυσσέα, σου ζητώ να γυρίσεις πίσω!
Μα, πες μου, που βρίσκεσαι; Είσαι καλά; Μήπως πρέπει να κάνω κάτι για σένα; Περιμένουμε νέα σου...
                                                                                                                                      Με εκτίμηση,
                                                                                                                                                      
                                                                                                                             ο αοιδός σου, Φήμιος 

Κωνσταντίνα Αλεξίου




Αγαπημένε μου πατέρα,

Η παρουσία σου στο παλάτι είναι σημαντική, γιατί όλο τον καιρό που εσύ λείπεις, μνηστήρες έρχονται στο παλάτι ζητώντας το χέρι της μητέρας μου και ξοδεύοντας την περιούσια σου γλεντώντας και τραγουδώντας το βιος σου, σφάζοντας βόδια από τα κοπάδια σου και πίνοντας το κρασί σου. Αγαπημένε μου πατέρα έλα γιατί εδώ κινδυνεύει η ζωή όλων μας.

Τηλέμαχος

Διονυσία Βάβουλα




Ξακουστέ πατέρα,

 η κατάσταση στο παλάτι είναι άσχημη. Αρχοντόπουλα απ’ τα γύρω νησιά, οι οποίοι αποκαλούνται μνηστήρες, έχουν μπει στο παλάτι μας, σπαταλούν την περιουσία σου διατάζουν τους δούλους σου και θέλουν να παντρευτούν την Πηνελόπη παρά την  θέλησή της,  με σκοπό να πάρουν το θρόνο σου. Εγώ έκανα την προσπάθειά μου να τους αντιμετωπίσω και προσπαθώ ακόμα. Δεν ξέρω πόσο ακόμα θα προσπαθώ και αν τελικά καταφέρω να τους διώξω από το παλάτι. Δεν ξέρω ούτε αν θα με σκοτώσουν. Σε παρακαλώ, πατέρα μου Οδυσσέα, γύρνα όσο πιο γρήγορα μπορείς. Είσαι η μόνη μας ελπίδα.

Ο γιος σου, Τηλέμαχος

Βαγγέλης Βερνάρδος




Αγαπητέ Οδυσσέα,
Στο παλάτι σου περνάμε υπέροχα. Πίνουμε, τρώμε, τραγουδάμε και γενικά καλοπερνάμε. Έχουμε ήδη κάνει πρόταση γάμου στην Πηνελόπη και περιμένουμε την απάντησή της. Βέβαια θα διαλέξει εμένα γιατί είμαι ο πιο όμορφος εδω μέσα. Επίσης, ο γιος σου ο Τηλέμαχος δεν κάνει απολύτως τίποτα για να μας διώξει από εδώ.
Ελπίζω να μην ξαναγυρίσεις ποτέ.
Με αγάπη,
 Αντίνοος!     
Γιάννης Δράκος





Α2


Πολυαγαπημένε και μοναδικέ σύντροφε της ζωής μου, Οδυσσέα, 

όλα αυτά τα χρόνια που λείπεις νιώθω πολύ μόνη και αδύναμη να αντιμετωπίσω την κατάσταση που επικρατεί στο σπιτικό μας, και εγώ, αλλά και ο μονάκριβος γιος σου, Τηλέμαχος.
   Το παλάτι μας κατακλύζεται από την παρουσία των μνηστήρων οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι την άσχημη ψυχολογία και την απραξία του Τηλέμαχου, δεν διστάζουν να καταχρώνται την ιδιοκτησία μας και να συμπεριφέρονται, ακόμα και στο υπηρετικό προσωπικό μας, με μια αποκρουστικά εξουσιαστική και προσβλητική στάση. Οι μνηστήρες πιστεύουν ότι έχεις πεθάνει και γι αυτό το λόγο δέχομαι πιέσεις από την μεριά τους να αποφασίσω ποιον θα ορίσω σύντροφο στη ζωή μου και, κατά συνέπεια, βασιλιά της Ιθάκης. 
Ανέλπιστα, σήμερα ο Τηλέμαχος με περίσσιο θάρρος  πήρε τη κατάσταση στα χέρια του, ανακοινώνοντας στους μνηστήρες ότι δεν θα ανεχτεί άλλο αυτή τη κατασπατάληση της περιουσίας του πατέρα του και ότι την επόμενη μέρα θα συγκαλέσει συνέλευση όπου και θα απαγορεύσει ρητά τη συνέχεια της παραμονής τους στο παλάτι. Οι μνηστήρες προσπάθησαν με πονηρό και διπλωματικό τρόπο να καταλάβουν από πού αντλούσε θάρρος ο γιος μας για να τους αντιμετωπίζει με αυτό το τρόπο. Η αλήθεια είναι πολυαγαπημένε μου Οδυσσέα ότι και εγώ ακόμα εξεπλάγην από τη δυναμική του στάση.
   Μόνη στη κάμαρα μου, νοσταλγώ τις παλιές καλές στιγμές, που όλα είχαν μια ισορροπία. Παρακαλώ τους θεούς να βοηθήσουν το γιο μας να βρει δύναμη και να ξεκινήσει το ταξίδι της ανεύρεσής σου και της πολυπόθητης επιστροφής σου στη πατρίδα, με την ελπίδα να σε βρει ζωντανό.

 Η πιστή και αγαπημένη σου γυναίκα,
 Πηνελόπη.
Εριέττα Καρδάμη 





              Πολυαγαπημένε μου πατέρα ,

Σου γράφω για να σου που αυτά που συνέβησαν στο παλάτι την τελευταία περίοδο. Μια μέρα λοιπόν που καθόμουν στην αυλή μαζί με τους μνηστήρες  που είχαν έρθει για την μητέρα μου, εμφανίστηκε ο φίλος σου ο Μέντης. Μόλις τον είδα του φέρθηκα πολύ φιλόξενα. Τον έβαλα να κάτσει σε θρόνο , οι δούλοι σέρβιραν το φαγητό και έπειτα ξεκινήσαμε να κουβεντιάζουμε. Έτσι η κουβέντα μας ήρθε σε εσένα .Ο Μέντης πιστεύει ότι είσαι ζωντανός. Αλλά  την ερχόμενη μέρα μετά από μια διαφωνία που είχα με την μητέρα μου , μου μίλησε ο  Αντίνοος και ο Ευρύμαχος.
Ο Ευρύμαχος με ρώτησε αν είχα κάποιο νέο από εσένα. Του είπα ψέματα ότι η υπόθεση σου είναι χαμένη. Καλύτερα να μην γνωρίζουν ότι ζεις.
Η κατάσταση όμως γίνεται όλο και πιο δύσκολη για μένα ακόμα και όταν κάνω συνέλευση με τους Αχαιούς  για τους μνηστήρες. Θα ήταν αλλιώς όμως αν ήσουν εσύ εδώ να με βοηθήσεις.
Για αυτό σε εκλιπαρώ μην αργήσεις να γυρίσεις , γιατί κάθε λεπτό που περνάει γίνομαι όλο και πιο αδύναμος.

Ο γιος σου Τηλέμαχος.

Καρδάση Μαρία


Σε παρακαλώ,  αγαπημένε μου πατέρα,


ελπίζω να βρίσκεσαι στην ζωη και να επιστρέφεις κοντά μας . Μα μην αργέις , διότι οι ξιπασμενοι μνηστήρες εξαντλούν όλο και πιο πολύ την περιουσία μας . Μόνος δεν μπορώ να τα καταφέρω, χρειάζομαι επειγόντως την πολύτιμη βοήθειά σου . Η μητέρα μου κοντεύει να πάθει κατάθλιψη από τη στεναχώρια της,  προσπαθώ να την παρηγορήσω λέγοντάς της πως κάποια μέρα θα γύρισεις και πως είσαι ζωντανός . Ακομη και ο σκύλος σου σε περιμένει δεν τα παρατάει , αν δεν σε δει.  Δεν θα πεθάνει!!!!!

Μάγια Κεραμιδά





Αγαπημένε μου Πατέρα Οδυσσέα,
Σου στέλνω αυτό το γράμμα γιατί δεν αντέχω άλλο πια αυτή την κατάσταση εδώ στο παλάτι.
         Από τότε που έφυγες, ευγενείς απ’ όλη την Ιθάκη έχουν εγκατασταθεί στην αυλή του παλατιού, τρώνε τα βόδια μας, πίνουν το κρασί μας, παρενοχλούν το οικιακό προσωπικό και, το χειρότερο απ’ όλα, φέρονται με αγένεια και έλλειψη σεβασμού στην οικοδέσποινα του παλατιού, τη φρόνιμη Πηνελόπη, την αγαπημένη μου μητέρα και γυναίκα σου!
         Η απουσία σου προκαλεί μεγάλη θλίψη και σε εμένα αλλά και στη μητέρα μου, η οποία αποκοιμιέται με τη σκέψη σου κλαμένη. Η διαχείριση του παλατιού είναι δύσκολη υπόθεση για εμένα αλλά το χειρότερο είναι το κενό που αφήνει στην καρδιά μου η απουσία σου.
         Σε εκλιπαρώ, άμα λάβεις αυτό το γράμμα, έλα πίσω στην Ιθάκη να διώξεις από το παλάτι μας τους μνηστήρες και να ζήσουμε αρμονικά και ευτυχισμένα όλοι μαζί!

Με αγάπη και σεβασμό
Ο μονάκριβος γιος σου,
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ! !
Λεονάρδος Κόγιας



Σεβαστέ μου πατέρα, ξακουστέ βασιλιά της Ιθάκης,
 εγώ, ο γιος σου ο Τηλέμαχος, και η συνετή μητέρα μου και πιστή σου σύντροφος σε περιμένουμε να γυρίσεις πίσω στην Ιθάκη τιμημένος , όσο γρηγορότερα μπορείς γιατί η κατάσταση στο παλάτι έχει γίνει ανυπόφορη.
Πολλοί τεμπέληδες μνηστήρες έχουν εγκατασταθεί στο παλάτι τρώγοντας και καταληστεύοντας την περιουσία μας με στόχο ο πιο ισχυρός να παντρευτεί την Πηνελόπη και να σου πάρει το θρόνο της Ιθάκης.

 Ο αγαπημένος σου γιος,
 Τηλέμαχος.
Παναγιώτης Κουρκούλης







Γεια σου Οδυσσέα!
Η κατάσταση στο παλάτι είναι τραγική. Εδώ έχουν κατασκηνώσει πολλοί μνηστήρες για να σου φάνε την περιουσία σου και να παντρευτούν την γυναίκα σου την Πηνελόπη. Ο Τηλέμαχος προσπαθεί να τους διώξει αλλά δεν μπορεί.Επίσης ήρθε και ένας φίλος σου, ο Μέντης, και έδωσε κάποιες συμβουλές στονΤηλέμαχο για να διώξει τους μνηστήρες, αλλά δεν κράτησα λεπτομέρειες.
Οδυσσέα μου καλέ, έλα στην Ιθάκη γρήγορα να καθαρίσεις τον τόπο από τους μνηστήρες, σε παρακαλώ έλα γρήγορα!

Με αγάπη,
 η παραμάνα σου η Ευρύκλεια.
Αλέξης Λυκουρόπουλος




Αγαπητέ Οδυσσέα,
   δεν μπορούσα να σε κοιτάξω στα μάτια και να σου πω ότι είναι ώρα να φύγεις. Το πρωί ήρθε ο Ερμής και μου είπε να σε αφήσω ελεύθερο να φύγεις, γιατί η κατάσταση στην Ιθάκη είναι φρικτή. Ο Τηλέμαχος είναι ανίκανος να αναλάβει τις ευθύνες του και κλαίει στην ντουλάπα σαν μωρό. Οι μνηστήρες έχουν σφάξει όλα τα βόδια σου και σε λίγο θα φάνε και τις κότες με χυλοπίτες. Η Πηνελόπη, η καημένη, πίνει πέντε καφέδες την ημέρα ώστε να μπορεί την ημέρα να υφαίνει και την νύχτα να ξηλώνει και τέλος, η Ευρύκλεια έχει κουραστεί να ξαγρυπνάει για να βάζει τον Τηλέμαχο για ύπνο. 
  Σε παρακαλώ φύγε, αλλιώς ο Δίας θα μου πάρει την καλωδιακή.
Με αγάπη,
Καλυψώ.

Υ.Γ. Να πάρεις ζεστά ρούχα!
                                                                                                                Απόστολος Λυτρίβης


Αφέντη μου,
αν ζεις θα λάβεις αυτό το γράμμα. Το γράφω, με τα λίγα γράμματα που ξέρω, για να σου περιγράψω το τι γίνεται στο παλάτι.
 Αφέντη, δεν αντέχω άλλο! Αν δεν έρθεις σύντομα θα πεθάνω για να λυτρωθώ. Εγώ πάντα σου ήμουν πιστή και τώρα δεν μπορώ να υπηρετώ κάποιους άλλους. Αυτούς που κατασπαράζουν τα αγαθά σου και μαζί και την κυρά μου, την πανέμορφη Πηνελόπη, που μαραζώνει βλέποντας το βιος σας να εξανεμίζεται. Όλοι, όταν την βλέπουν, φανερά σκέφτονται το πόσο θα ήθελαν να ξαπλώσουν μαζί της στο νυφικό σας κρεβάτι. 
 Εδώ κανείς δε σε συζητά πια. Η κυρά θρηνεί στα σιωπηλά πιστεύοντας πως ο Πλούτωνας σε πήρε από κοντά της. Ο γιος σου, υπέροχος νέος, έχει τόσα στο μυαλό του που δεν βρίσκει χρόνο να σκεφτεί την πιθανότητα να ζεις. Οι μνηστήρες φοβούνται πως θα γυρίσεις, αλλά δεν το λένε και κάνουν τους γενναίους. Μόνο η παραμάνα σου, η Ευρύκλεια, κυκλοφορεί κλαμένη μες’ το σπίτι γιατί σ’ έχει σαν παιδί της.
 Περήφανος πρέπει να είσαι και για το γιο σου. Παλικάρι πια, έκανε μια τεράστια αλλαγή! Από την αδράνεια πέρασε στη δράση, σαν άντρας που είναι. Αρχίζει σιγά-σιγά να αναλαμβάνει ευθύνες μπρος στο ρήμαγμα του σπιτιού.  
Αυτά είχα να σου πω. Ελπίζω οι Θεοί να σ’ έχουν καλά όπου κι αν βρίσκεσαι και οι λόγοι μου να σε συγκινήσουν και μεγαλύτερη προσπάθεια να κάνεις για να γυρίσεις.
                                                                                  
Τιμώντας σε,
μια δούλα σου.   

Δομνίκη Μπαρμπαρή     




Αγαπημένε μου πατέρα,
Δεν ξέρω αν είσαι ζωντανός ή όχι. Ελπίζω όμως να επέζησες ώστε να διαβάσεις αυτό μου το γράμμα. Πατέρα, η κατάσταση εδώ στο παλάτι είναι ανυπόφορη. Οι μνηστήρες έχουν καταλάβει το παλάτι. Θέλουν να παντρευτούν την μητέρα μου, την Πηνελόπη και καθημερινά χωρίς να ντρέπονται κατασπαταλούν την περιουσία σου. Μα εσύ λείπεις, κι εγώ νιώθω αδύναμος και δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να τους σταματήσω. Η κατάσταση έχει ξεφύγει εντελώς. Η μητέρα μου κάθε μέρα είναι όλο και πιο στεναχωρημένη. Πολλές φορές μάλιστα της έχει περάσει απ’ το νου η ιδέα να παντρευτεί κάποιον απ’ τους μνηστήρες. Κάθε μέρα εύχομαι να ήσουνα εδώ, να επέβαλες την τάξη. Μακάρι να επέστρεφες σύντομα, να τα ‘βαζες όλα στην θέση τους για να ‘μαστε και πάλι μια ευτυχισμένη οικογένεια χωρίς τους μνηστήρες ανάμεσα στα πόδια μας.

Με σεβασμό,
Ο γιος σου Τηλέμαχος.      

Αναστασία Νάστου


Πολυαγαπημένε  και μοναδικέ σύντροφε της ζωής μου, Οδυσσέα,



όλα αυτά τα χρόνια που λείπεις νιώθω πολύ μόνη και αδύναμη να αντιμετωπίσω την κατάσταση που επικρατεί στο παλάτι σου.
     Οι μνηστήρες καταχρώνται την περιουσία σου, πίνουν και γλεντάνε χωρίς να τους ενδιαφέρει τι απέγινες. Επίσης μου προσφέρουν ακριβά κοσμήματα και χιτώνες για να δεχτώ να τους παντρευτώ. Είμαι πολύ μπερδεμένη δεν ξέρω τί να κάνω....
     Ο Τηλέμαχος δεν μπορεί να πιστέψει ότι απουσιάζεις και κάθε βράδυ υποχρεώνει την παραμάνα του να του διαβάζει παραμύθια για να κοιμηθεί. Δεν είναι αρκετά ώριμος για να αναλάβει τη θέση σου στο παλάτι.
    Κάθε βράδυ κλαίω στην κάμαρά μου. Αλλά πιστεύω σ' εσένα, ότι μπορείς να πολεμήσεις και να γυρίσεις στην οικογένεια και στο παλάτι σου.
      Αν δεν μου απαντήσεις σύντομα θα το εκλάβω σαν να είσαι νεκρός, θα υψώσω επιτάφιο σήμα και θα αναγκαστώ να διαλέξω τον μνηστήρα που θα μου δώσει τα πιο πολλά δώρα.


Η πιστή σου γυναίκα,
Πηνελόπη
Κωνσταντίνα Παπαθανάση




Άραγε θα φτάσει το γράμμα του Βάνκα;



"Ο Βάνκας" του Άντον Τσέχωφ είναι το μπεστ σέλλερ του μαθήματος της Λογοτεχνίας της Α΄Τάξης. Ερωτηματικά και αγωνία, συμπόνια και βάπτισμα σε μιας άλλης εποχής και μιας άλλης χώρας την παιδική ηλικία πολλών παιδιών...
Το έντεχνα ανοιχτό τέλος του διηγήματος, που κάθε άλλο παρά τέλος είναι, αφήνει πάντα το περιθώριο για τη δημιουργική φαντασία. Και τι πιο δημιουργικό από τη φαντασία των παιδιών στα 13 τους!
Δείτε λοιπόν πώς οι μαθητές του Α1 και του Α2  φαντάστηκαν κι αυτοί το τέλος της περιπέτειας του Βάνκα, άλλοτε με λυπητερούς τόνους και άλλοτε με τη φαντασία βοηθό στην εύρεση μιας αισιόδοξης κατάληξης. Αλλά πάντα, και όσο μπορέσαμε, με τον τρόπο του Άντον Τσέχωφ.

Γιάννα Παπανδρέου


Α1

 Ο Βάνκα κοιμήθηκε τόσο που όταν ξύπνησε το αφεντικό του τον χαστούκισε και έπεσε κάτω από το μισοσπασμένο κρεβάτι του. Ο Βάνκα είπε: << Πω! Πω! Χειρότερο ξύπνημα  δεν υπάρχει!>>. Και τότε ήταν που έπεσε και το ποτήρι με το νερό στο κεφάλι του. Κάθε μέρα για τρία χρόνια έλεγε όταν ξυπνούσε: << Καλημέρα κόσμε, καλημέρα! Θεέ μου κάνε να έρθει ο παππούς μου >>. Την τέταρτη χρονιά το ταχυδρομείο της περιοχής,  όπου έβαλε το γράμμα, θα έκλεινε. Εν τω μεταξύ, η Όλγα Ιγκνάτεβα είχε έναν γάμο και έπρεπε να φτιάξει το φόρεμα και τα παπούτσια της.
 Το ταχυδρομείο έκλεισε και το γράμμα έμεινε στο δρόμο. Η δεσποινίς Όλγα πήγε στην πόλη με την άμαξα και τους συνοδούς της. Ο οδηγός πάρκαρε την άμαξα στο σημείο που είχε πέσει το γράμμα. Η δεσποινίς Όλγα πήγε στο ράφτη για το φόρεμα και γύρισε στην άμαξα. Κατά τύχη της έπεσε η σακούλα με το φόρεμα και είδε και έπιασε το γράμμα. Το διάβασε και είπε στους συνοδούς της: <<Ωχ! Ωχ! Ο Βάνκα το έγραψε. Πηγαίνετε και ψάξτε για αυτόν και εγώ πηγαίνω στον τσαγκάρη εδώ τον Αλιαχίν, όπως λέει η ταμπέλα, θα φτιάξω τα παπούτσια μου και θα ρωτήσω για τον Βάνκα.>> Μόλις μπήκε μέσα, είδε τον δεκατριάχρονο πια Βάνκα να τον ρημάζουν στο ξύλο. Η δεσποινίς Όλγα είπε: << Ντροπή σας!>>, πήρε τον Βάνκα και έφυγαν. 
Μόλις ο Βάνκα είδε τον παππού του τον αγκάλιασε και κλάψανε και οι δύο. Έτσι ο μικρός έζησε τη ζωή που ονειρευόταν, χάρη στην όμορφη και πονόψυχη δεσποινίδα Όλγα.  

Παύλος Ακριτίδης 






Καθώς ο Βάνκας σκεφτόταν τις καλές στιγμές το αφεντικό του γύρισε και τον έπιασε να γράφει το γράμμα που προοριζόταν για τον παππού του.Ο Βάνκας κλαίγοντας του λέει <<Συγνώμη αφεντικό δεν θα ξανακάνω τίποτα κρυφά από εσένα !>>
Ο αφέντης του παίρνει τον φάκελο με το γράμμα, τον ανοίγει, διαβάζει το γράμμα και αρχίζει να γελάει.Τότε του λέει ο Βάνκα <<Αφέντη γιατί γελάς?>>.  <<Γελάω γιατί αυτό το γράμμα δεν θα πάει ποτέ στον παππού σου, ούτε κανένα άλλο, δεν θα το αφήσω εγώ να πάει!>> του απάντησε ο αφέντης του.
Καταστενοχωρημένος ο Βάνκας φεύγει από το μαγαζί και παίρνει τον δρόμο για το χωριό και συγκεκριμένα το σπίτι του παππού του, ξέροντας ότι είναι ακατόρθωτο να γίνει.Όμως, όπως λέει και η παροιμία, <<Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία!>>

Φραγκίσκος Αλαφούζος





ο Βάνκας ονειρευόταν το πατάρι στο χωριό.Ο παππούς κάθεται στο πατάρι και τα πόδια του κρέμονται.Διαβάζει το γράμμα στις δούλες...Και ο Χέλης φέρνει σβούρα το πατάρι κουνώντας την ουρά του..............
     
Ξαφνικά, τον ξύπνησε μια άγρια και βραχνή φωνή.Ήταν το αφεντικό του που του είπε να σηκωθεί αμέσως για δουλειά.Ο Βάνκας θλιμμένος που τον ξύπνησαν από το πιο όμορφο όνειρο της ζωής του ,με αργές κινήσεις κατευθύνθηκε προς το ξύλινο παλιοτράπεζο όπου τον περίμενε πολλή δουλειά, μιας και τα παπούτσια έπρεπε να είναι έτοιμα για τα χριστουγεννιάτικα δείπνα. Το αφεντικό βλέποντάς τον του έριξε μια σφαλιάρα, φωνάζοντας του να βιαστεί. Ο Βάνκας την ίδια στιγμή άρχισε να κινείται γρηγορότερα. Το μυαλουδάκι του, όμως, δεν ήταν στη δουλειά. Ταξίδευε στο προηγούμενο βράδυ όταν έγραψε κρυφά το γράμμα...Άραγε έχει φτάσει κιόλας στον παππού; Θα έρθει να με πάρει; Μήπως δεν θα με δεχτούν στο σπίτι;...Ύστερα από όλες αυτές τις σκέψεις, προσπάθησε να συνεχίσει το χθεσινό του όνειρο...Ο παππούς έχει αυτή τη γλυκιά  έκφραση στο πρόσωπό του, ίδια με εκείνη που έχει όταν κολακεύει την μαγείρισσα. Διαβάζει συγκινημένος μέχρι και την τελευταία πρόταση στις δούλες και... Μονομιάς, άλλο ενα χαστούκι τον επανέφερε στην πραγματικότητα. Αυτό, όμως, ήταν τόσο δυνατό, που η παλάμη του χεριού έμεινε σαν σημάδι στο μάγουλό του.Το αφεντικό με νευρικότητα του έδειξε το σχεδόν τελειωμένο μελάνι και τα τσαλακωμένα χαρτιά. Ο Βάνκας μούδιασε ολόκληρος. Δεν πρόλαβε να του εξηγήσει αφού τον έσυρε απ' το αυτί μέχρι την αυλή όπου τον ρήμαξε στο ξύλο, μέχρι να ξεθυμάνει. Μόνο που ήταν τόσο νευριασμένος ώστε όταν τελείωσε το μικρό, ταλαιπωρημένο παιδί βρισκόταν πια νεκρό στο πάτωμα. 

Κωνσταντίνα Αλεξίου


Οι μέρες περνούσαν και ο Βάνκας δεν έβλεπε την παρουσία του παππού του με αποτέλεσμα να έχει αρχίσει να χάνει τις ελπίδες του.
Όσο για το γράμμα, βρισκόταν στο ταχυδρομείο μέσα στο κουτί των γραμμάτων που είχαν ελλιπή στοιχεία και περίμενε να το διαβάσει ο υπάλληλος, μαζί με άλλα τρία γράμματα, που το καθ’ ένα είχε διαφορετικό παραλήπτη πάνω του: το ένα θα πήγαινε στη γιαγιά Δήμητρα στη πόλη, το δεύτερο θα πήγαινε στο θείο Αντώνη στο νησί και το τρίτο θα πήγαινε στον παππού Μανώλη στο χωριό. Ο γραφικός χαρακτήρας των γραμμάτων  ήταν καθαρός και όμορφος λες και ήταν κάποιο επίσημο γράμμα που θα πήγαινε σε κάποιον ευγενή.
Τα γράμματα περίμεναν στο κουτί αρκετές ώρες ώσπου ένας υπάλληλος πλησίασε το κουτί και πήρε τα γράμματα στα χέρια του. Με ένα σκυθρωπό βλέμμα, στενοχωρημένος που τα τρία πρώτα γράμματα των παιδιών δεν θα μπορούσαν να φτάσουν στον προορισμό τους, διαβάζει και το τελευταίο γράμμα του Βάνκα. Αμέσως το πρόσωπο άστραψε από χαρά και στο μυαλό του ήρθαν πολλές αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία. Γιατί όταν ήταν μικρός ζούσε και αυτός το ίδιο χωριό με τον παππού του Βάνκα, τον κυρ  Κωνσταντή δηλαδή. Έτσι με γρήγορες κινήσεις γράφει τη διεύθυνση και τρέχει να προλάβει το ταχυδρόμο.
Ευτυχώς ο ταχυδρόμος δεν είχε φύγει, φόρτωνε τα τελευταία γράμματα στο κάρο του, έτσι αμέσως ο υπάλληλος πλησίασε το ταχυδρόμο και τον παρακάλεσε να πάει και αυτό το γράμμα στον προορισμό του. Εκείνος με χαρά δέχτηκε και το έβαλε στο σάκο του για να μη το χάσει.Μετά από μια εβδομάδα το μεγάλο ταξίδι του γράμματος τελείωσε και επιτέλους έφτασε στο χωριό. Όμως η αργοπορία του είχε αρχίσει να σβήνει τελείως τις ελπίδες του Βάνκα.
 Ο παππούς του,  το πρωί που ξύπνησε και είδε το γράμμα στο τραπέζι, χάρηκε πολύ και με αγωνία να δει το περιεχόμενο του το άνοιξε βιαστικά. Όταν διάβασε τα άσχημα βασανιστήρια και τα παρακάλια για τον ερχομό του που έγραφε ο Βάνκα, στενοχωρήθηκε πολύ. Δεν μπορούσε να σκέφτεται ότι το εγγονάκι του υπέφερε. Έτσι αποφάσισε να δράσει αμέσως.
Πρώτα απ  όλα πήγε στην κυρία ΄Όλγα και της ζήτησε να πει στο αφεντικό πως θέλει να τον δει. Εκείνη πήγε αμέσως για να εξυπηρετήσει τον κυρ Κωνσταντή και μετά από μια ώρα θα μπορούσε να τον δει για να συζητήσουν αυτό το πολύ σημαντικό θέμα που τον απασχολεί. Τότε ο κυρ Κωνσταντής την ευχαρίστησε και πήγε να ετοιμαστεί με ένα μεγάλο χαμόγελο, γιατί επιτέλους θα ξαναέβλεπε το εγγονάκι του που τόσο πολύ αγαπούσε.
Είχε περάσει μόνο μισή ώρα και ο γεράκος από τη χαρά του χοροπήδαγε, δεν κρατιόταν!  Όσο περισσότερο σκεπτόταν ότι θα ξαναέχει κοντά του τον Βάνκα, τόσο περισσότερο χαιρόταν, αλλά  μετά από πέντε λεπτά κουράστηκε και σταμάτησε χοροπηδάει , λέγοντας πως μόνο θα χαμογελάει αφού αυτό δεν τον κουράζει.
Καθώς, όμως, πλησίαζε η ώρα να συναντήσει το αφεντικό του, σοβάρευε όλο και περισσότερο. Όταν επιτέλους συναντήθηκαν, ο κυρ Κωνσταντής προσπάθησε να τον πείσει ότι το εγγονάκι του θα είναι πολύ χρήσιμο και τελικά τον έπεισε. Έτσι ο παππούς ξεκίνησε να πάει να φέρει τον εγγονό του.
Πέρασε  περίπου ένας μήνας  μέχρι να φτάσει στη Μόσχα και ύστερα από πολλά εμπόδια που βρήκε στο δρόμο του, τώρα ψάχνει να βρει το Τσαγκαράδικο. 
Λίγο πριν τελειώσει η μέρα και δύσει ο ήλιος, ο κυρ Κωνσταντής βλέπει μια καλόκαρδη ηλικιωμένη  γυναίκα στο δρόμο και τη ρωτάει αν υπάρχει το τσαγκαράδικο που έψαχνε και αυτή του έδειξε το δρόμο κι ύστερα χάθηκε στο τέλος του δρόμου.
Καθώς πλησίαζε τη πόρτα του τσαγκαράδικου, συλλογιζόταν αυτά που του έλεγε ο Βάνκα για τα μαγαζιά με τα μεγάλα καλάμια, όμως  οι σκέψεις  του διακόπηκαν από τις φωνές του αφεντικού του Βάνκα που είχε βγει έξω στο δρόμο και χτυπούσε το παιδί με μανία. Μετά από λίγο σταμάτησε να το χτυπάει και με βαριά και αγριεμένη φωνή του λέει πως τον διώχνει από το μαγαζί, πως δεν τον  θέλει πια και δεν τον χρειάζεται! Ακούγοντας τα αυτά ο Βάνκα χλώμιασε και άρχισε να κλαίει, ενώ  αντιθέτως ο παππούς του χάρηκε γιατί θα μπορούσε χωρίς φασαρίες να πάρει το Βάνκα! Το αφεντικό του τον κοίταξε υποτιμητικά για τελευταία φορά και μπήκε στο σπίτι του αφήνοντάς τον σωριασμένο κάτω στο δρόμο, ανήμπορο να μπορεί να κάνει κάτι για να αλλάξει τη μοίρα του. Ο γεράκος, αφού είδε ότι το αφεντικό είχε μπει μέσα στο σπίτι του και δεν τον έβλεπε, πλησίασε το παιδί, του εξήγησε ποιος είναι, το βοήθησε να σηκωθεί και το πήρε μαζί του στο μεγάλο και σωτήριο ταξίδι της επιστροφής. 
Όταν επιτέλους έφτασαν στο σπίτι όλοι υποδέχτηκαν το Βάνκα με χαρά και του πρόσφεραν πλούσια φαγητά για να φάει,  και ο παππούς του του παραχώρησε το κρεβάτι του για να ξεκουραστεί.


Διονυσία Βάβουλα


Εκείνη την ώρα θυμήθηκε ότι  για να φτάσει το γράμμα στον παππού του έπρεπε να γράψει διεύθυνση. Σηκώθηκε και έτρεξε στο γραμματοκιβώτιο. Πήγε σε κάποιους υπεύθυνους  για να τους πει να βγάλουν το γράμμα του από το γραμματοκιβώτιο.
-Κύριε ψηλέα  μου, θα μπορούσατε να βγάλετε το γράμμα μου από εκεί μέσα γιατί ξέχασα να γράψω διεύθυνση;
Ο υπεύθυνος κουρασμένος ,έτοιμος να πέσει κάτω, του απάντησε:
-Τι θέλεις  και με ενοχλείς,  ρε παλιόπαιδο. Πριν πέντε λεπτά ήρθες εδώ. Δεν είναι εύκολο να ανοίξω το γραμματοκιβώτιο  αφού κάτι παιδιά σαν εσένα  το χαλάσανε και για να το ανοίξω πρέπει να τραβάω το πορτάκι μία ώρα. Φύγε από εδώ γρήγορα!
Ο Βάνκας γύρισε πίσω και είδε το αφεντικό του θυμωμένο να τον περιμένει. Είχε ξεχάσει να μαζέψει το μελάνι.
-Πού ήσουν, Βάνκα; Γιατί έφυγες  χωρίς την άδειά μου και γιατί πείραξες το μελάνι μου; Μου λες;  Σε ακούω.
Ο Βάνκας δεν είπε τίποτα και το αφεντικό του πήρε ένα κομμάτι κούτσουρο και άρχισε να τον χτυπάει με όλη του τη δύναμη. Ο Βάνκας τότε  πήγε στο δωμάτιό του συντετριμμένος  απ’ τα χτυπήματα, αλλά περισσότερο σκεφτόταν αν τελικά το γράμμα θα φτάσει στον παππού του.
Βαγγέλης Βερνάρδος





Καθώς ο Βάνκας  έβλεπε αυτό το ωραίο όνειρο, ξαφνικά ακούστηκε ένας κρότος από την πόρτα και σηκώθηκε.Είχε έρθει το αφεντικό με την οικογένειά του από τον όρθρο. Αμέσως του έδωσαν το μωρό για να το κοιμίσει. Έτσι πήγε και το κούνησε στην κούνια του.Όλο το υπόλοιπο βράδυ δεν αποκοιμήθηκε. Ανυπομονούσε να έρθει το ξημέρωμα για να έρθει να τον πάρει ο παππούς του.'Ηρθε το ξημέρωμα αλλά ο παππούς δεν ήρθε

Περίμενε μέχρι το βράδυ αλλά ο παππούς δεν εμφανίστηκε. Δεν έχασε όμως τις ελπίδες του και ανυπομονούσε να έρθει το επόμενο ξημέρωμα. Πέρασαν μέρες αλλά ο παππούς δεν εμφανίστηκε καθόλου αλλά ούτε του είχε γράψει κάποιο γράμμα.Οι ελπίδες του Βάνκα άρχισαν να σβήνουν μέρα με την μέρα ,είχε αποδεχτεί πια τη μοίρα του.Μια μέρα σκέφτηκε:

<<Γιατί να με δέρνουν επειδή κλαίει το μωρό; Γιατί να τρώω από ένα ξεροκόμματο πρωί ,μεσημέρι βράδυ; Γιατί να μην κοιμάμαι καθόλου; Ε, λοιπόν θα φύγω από εδώ!!>>.Έτσι αποφάσισε να φύγει. Μάζεψε τα ένα -δύο ρουχαλάκια που είχε και έφυγε στη μέση της νύχτας.Περπατούσε δύο μέρες χωρίς να πιει καθόλου νερό ούτε να φάει τίποτα.Την τρίτη μέρα βρήκε ένα χωριό. Εκεί βρήκε και μια βρύση και ήπιε μπόλικο νερό. Ξαφνικά άκουσε μια γνώριμη φωνή να τον φωνάζει από πίσω του.Γύρισε και είδε τον παππού του. Αμέσως έτρεξε και τον αγκάλιασε.Ο Βάνκας τον ρώτησε γιατί δεν ήρθε να τον πάρει ή τουλάχιστον να του στείλει ένα γράμμα. Ο παππούς του είπε πως ποτέ δεν είχε λάβει κάποιο γράμμα.Μετά ο Βάνκας του διηγήθηκε τι είχε περάσει όλο αυτό τον καιρό. Από τότε όμως έγινε πολύ ευτυχισμένος.
Δἐσποινα Δημητρίου



 Έχει περάσει μια εβδομάδα από τότε που ο Βάνκα προσπάθησε να στείλει το γράμμα στον πάππου του και ακόμα δεν έχει έρθει απάντηση.  Ο Βάνκα έχει χάσει σχεδόν όλες τις ελπίδες του να έρθει ο πάππους του να τον πάρει από την Μόσχα. Μια μέρα, όταν τον είχαν στείλει τα αφεντικά του να αγοράσει κάτι τρόφιμα για το μωρό, ο Βάνκα είδε μια γνώριμη φιγούρα στον δρόμο, "Ο πάππους θα είναι", σκέφτηκε και αμέσως άρχισε να τρέχει προς το μέρος της φιγούρας αυτής. «ΠΑΠΠΟΥ, ΠΑΠΠΟΥ!» φώναζε. Ο Βάνκα ήταν πολύ κοντά στο να φτάσει τον πάππου του όμως εκείνη την στιγμή… το αφεντικό του εμφανίστηκε από το πουθενά και τον άρπαξε από τα μαλλιά και άρχισε να τον σέρνει πίσω στο μαγαζί. Τότε ο πάππους κοιτάζει πίσω του και τη στιγμή που αντίκρισε το εγγόνι του να τραβιέται από τα μαλλιά έδωσε εντολή στον Χέλη να επιτεθεί στο αφεντικό! Μετά από πολλές, έντονες δαγκωνιές  το αφεντικό τα παράτησε και έφυγε . «Παππού, ήρθες! Έλαβες το γράμμα μου;» ρώτησε ο Βάνκα «Ποιο γράμμα; Εγώ ήρθα στη Μόσχα για κάποιες δουλειές» απάντησε ο πάππους .
Στο τέλος έφυγαν από την Μόσχα και πήραν τον δρόμο τους προς το χωριό και οι δυο με ένα χαμόγελο στα χείλη .     
Γιάννης Δράκος




Ο Βάνκας συνέχιζε τη ζωή του ως σκλάβος για τους άλλους, γιατί τον εκμεταλλεύονταν. Μια μέρα καθώς ο Βάνκας κοίταζε έξω από το παράθυρο, είδε τον παλιό του φίλο, τον Γιώργο. Με το που τον είδε έτρεξε να τον χαιρετήσει. Αφού ο Βάνκας του μίλησε για τις δυσκολίες πού περνάει, ο Γιώργος κατάλαβε πως ο φίλος του ζούσε μόνο για να δουλεύει και ότι προσπαθούσε σκληρά να παλέψει για να τα καταφέρει. Επίσης του είπε πως έγραψε ένα γράμμα στο παππού του για να του πει πώς περνάει και ότι θα ήθελε να ζήσει μαζί του. Ο Γιώργος τότε του είπε πως μπορεί να τον βοηθήσει να πάει στον παππού του. Μετά από αρκετή σκέψη αποφάσισαν να πάρουν την άμαξα και να πάνε στο χωριό και μόλις έφτασαν άρχισαν να  ρωτάνε τους κατοίκους αν τον έχουν δει, όμως κανείς δεν τον είχε δει. Τότε ο Βάνκας απογοητευμένος σκέφτηκε πως δεν θα τον βρούνε ποτέ. Όμως, καθώς περπατούσανε, είδαν ένα ωραίο, διακοσμημένο σπίτι και αποφάσισαν να ρίξουν μια ματιά. Μόλις χτύπησαν την πόρτα εμφανίστηκε ο παππούς. Ενθουσιασμένος ο Βάνκας έπεσε στην αγκαλιά του και ο παππούς με δάκρυα στα μάτια τον φίλησε. Από εκείνη τη στιγμή ο παππούς και ο εγγονός του έζησαν μαζί και δεν χώρισαν ποτέ ξανά. 
Δημήτρης Καραμουκτής    


Πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος από τη στιγμή εκείνη, μα καμία απάντηση. Ο Βάνκας ένιωθε μοναξιά και θλίψη, καθώς ήξερε πως οι πιθανότητες για να τον πάρει ο παππούς του από τον τόπο δουλείας ήταν ελάχιστες. Ο καιρός κυλούσε πολύ γρήγορα χωρίς καμία αλλαγή. Αφότου βράδιασε, ο μικρός Βάνκας κάθισε πάνω σε ένα μισοσπασμένο και παλιό σκαμνί κοιτώντας τα φωτεινά αστέρια να λάμπουν στον σκοτεινό ουρανό. Το επόμενο πρωί που απουσίαζαν από το σπίτι  το αφεντικό μαζί με την κυρά, αφού εφοδιάστηκε με το ελάχιστο φαγητό που είχε απομείνει, πήγε να ψάξει τον παππού του. Βγήκε έξω με τα κατακόκκινα ποδαράκια του, πάνω στο  λευκό και παγωμένο χιόνι. Σιγά-σιγά άρχισε να εξαντλείται, αλλά  ίχνος από τον  παππού κανένα. Εκείνη τη στιγμή έπεσε κάτω εξουθενωμένος με τη σκέψη πώς θα πέθαινε. Την επόμενη μέρα όταν συνήλθε κοίταξε γύρω του και δεν πίστευε στα μάτια του με αυτό που είδε, νόμιζε  πως είχε παραισθήσεις. Είδε τον παππού του καθιστό πάνω σε μία πολυθρόνα να του λέει<< εγγονέ μου, κατάλαβα ότι πέρασες πολύ δύσκολα και έτσι σε έφερα στο σπίτι  μας >>,τότε ο Βάνκας γεμάτος ενθουσιασμό και με δάκρυα στα μάτια  έτρεξε στην θερμή αγκαλιά του παππού του. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς χειρότερα. 
  
Νίκος Καραμουκτής  



  

Α2  

 Το πρωί ο ταχυδρόμος Βλαντιμίρ βρέθηκε στη γνωστή του θέση όπως κάθε μέρα. Άνοιξε το γραμματοκιβώτιο και πήρε από μέσα μια στοίβα γράμματα. Είχε ξεκινήσει την διαδικασία του διαχωρισμού των γραμμάτων ανάλογα με την περιοχή αποστολής τους.
  Όταν ξαφνικά έπιασε στα χέρια του το γράμμα του Βάνκα. Διέκρινε ότι το γράμμα αυτό ήταν περίεργα ανολοκλήρωτο.
΄΄Αν είναι δυνατόν!΄΄ Σκέφτηκε.
΄΄Μα πως σκέφτονται ορισμένοι άνθρωποι; Που πάει αυτό;!΄΄
  Γνωστός ο Βλαντιμίρ για την έντονη περιέργειά του και την έλλειψη διακριτικότητας, δεν του πήρε πολύ να βγει από το δίλημμα αν θα ανοίξει το περίεργο γράμμα.
  Στην αρχή αδιάφορος άρχισε να διαβάζει το γράμμα πιο πολύ για να δει ποιος ήταν αυτός που δεν ήξερε ότι πρέπει να γράφει και διεύθυνση όταν το στέλνει.
  Σε λίγο, όμως, όλα μέσα στο μυαλό του ήταν αλλιώς , έντονες σκέψεις οίκτου και απελπισίας για κάτι που γινόταν στη μικρή τους κοινωνία και κανείς δεν είχε καταλάβει τίποτα.
  Όλοι αγαπούσαν τον μικρό, αδύναμο Βάνκα, αλλά κανείς δεν ήξερε ότι το παιδάκι που είχε έρθει από την οικογένεια Ζιβάρεφ δεν ζούσε καλά στον Αλιάχιν τον τσαγκάρη.
  Τύχαινε ο Βλαντιμίρ να γνωρίζει πολύ καλά τον παππού του Βάνκα και την οικογένεια Ζιβάρεφ, που εργαζόταν χρόνια ο παππούς, που, αν με τη σειρά τους γνώριζαν πως ζει αυτή τη στιγμή ο μικρός Βάνκα, θα στήριζαν τον παππού σε κάθε του προσπάθεια να τον φέρει πίσω στο χωριό.
  Χωρίς να το σκεφτεί πολύ, ξαναβάζει το γράμμα μέσα στον φάκελο, αλλά αυτή τη φορά είχε γραμματόσημο και διεύθυνση.
  Με μια ανάσα ανακούφισης αλλά και περηφάνιας για την περιέργεια που τον ξεχώριζε και που αυτή τη φορά θα βοηθούσε πραγματικά... Έβαλε το γράμμα μαζί με τα υπόλοιπα της ίδιας περιοχής και ευχήθηκε να φτάσει όσο πιο γρήγορα γινόταν!

  Ο παππούς κάθεται στο πατάρι και τα πόδια του κρέμονται. Διαβάζει το γράμμα στις δούλες που έκπληκτες στέκουν και ακούν όλα όσα γράφει ο Βάνκα στον παππού. Ο Χέλης φέρνει σβούρα το πατάρι κουνώντας την ούρα του μ’ έναν πρωτόγνωρο τρόπο σαν να καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά.
  Ο παππούς τελείωσε το γράμμα , η ένταση της φωνής του έδειχνε ότι το σοκ του ήταν απερίγραπτα μεγάλο, αντίθετα η έκφρασή του έδειχνε μια δόση δυσπιστίας στην υπερβολή της περιγραφής της σκληρής και απάνθρωπης ζωής του εγγονού του. Οι δούλες αμήχανες μπροστά σ’όλο αυτό τον ρωτούν πως νιώθει και τι θα κάνει τώρα που γνωρίζει.
  Ερωτήσεις στροβιλίζουν στο μυαλό του παππού σαν σμήνος από γεράκια. Με μιας σηκώνεται αμίλητος και ζητά να του ετοιμάσουν τα απαραίτητα για το δύσκολο αλλά αναγκαίο ταξίδι που θα έκανε.
<<Πρέπει να το δω με τα μάτια μου! Η υπερβολή των παιδιών είναι σαν την ξαφνική μπόρα, δεν ξέρεις ποτέ, πότε θα ξεκινήσει και τι την έχει προκαλέσει>>.
  Όλα έγιναν γρήγορα, γρήγορο ήταν τελικά και το ταξίδι, ίσως γιατί ήταν γεμάτο σκέψεις, αγωνία και προσμονή της συνάντησης του με το μονάκριβο εγγόνι του.
  Ήταν πολύ πρωί όταν έφτασε. Όλα ήταν ήρεμα, ακόμη, το κρύο πάγωνε την ανάσα, μοναδική του επιθυμία εκείνη τη στιγμή ήταν ένα ζεστό ρόφημα και ένα ζεστό μέρος να κάτσει.
  Είχε φτάσει στο τσαγκαράδικο, ήταν κλειστό, για καλή του τύχη απέναντι υπήρχε μια πανσιόν. Δειλά άνοιξε την πόρτα και το κουδουνάκι πάνω απ’ αυτήν έσπασε απότομα τη σιωπή στο χώρο.
  Μύριζε η σοκολάτα και τα φρέσκα κουλουράκια. Για τον παππού του Βάνκα αυτό ήταν λυτρωτικό μετά από το κουραστικό του ταξίδι. Ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά του μια καλοσυνάτη κυρία όμοια του μεγάλου μεγέθους ΄΄μπάμπουσκας΄΄ με τα ροδοκόκκινα μαγουλά της και τα φωτεινά μάτια της να τον κοιτούν, κατάλαβε αμέσως ότι έπρεπε να του προσφέρει γρήγορα μια κούπα ζεστή σοκολάτα και τα παραδοσιακά της κουλουράκια.
  Κοιτώντας το χιόνι να πέφτει έξω και περιμένοντας σκεπτόμενος τι θα κάνει, είδε μια φιγούρα να ξεπροβάλει τρέχοντας και διασχίζοντας το δρόμο παρασέρνοντας στο διάβα του μια στοίβα από τελάρα με γάλα που ξεφόρτωνε ο γαλατάς για να τα μοιράσει στη γειτονιά, δημιουργήθηκε ένας σαματάς... Ο γαλατάς άρπαξε τον πιτσιρίκο που είχε διαλύσει τη πραμάτεια του και του φώναζε << θα σε σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια >>. Ο τρόμος στα μάτια του μικρού λύγιζε ατσάλι.
  Η ‘’ μπάμπουσκα ‘’ είχε φέρει τα κουλουράκια με τη σοκολάτα και παρακολουθούσε και εκείνη τη σκηνή.
 << Άτυχο παιδί. Ποιος ξέρει γιατί δεν το σώνει ο Θεός από την άδικη μοίρα του;! Κακομεταχείριση από αφεντικό, πείνα και δυστυχία, ζωή μαρτύριο >>.
Μονολογούσε και δεν έδειχνε να καταλαβαίνει το γιατί...
  Όλα τα υπόλοιπα έγιναν και αυτά πολύ γρήγορα. Ο παππούς δεν πρόλαβε να πιει τη σοκολάτα, βρέθηκε στη στιγμή δίπλα στο μικρό, στο δικό του μικρό, στο τρυφερό μικρό του, που ανήκει σε εκείνον και του άξιζε μια καλύτερη ζωή.
<< Παππού, θα σου τρίβω ταμπάκο, θα παρακαλώ το Θεό, θα σε ακούω πάντα, θα σε φροντίζω και θα σε προστατεύω... >>
  Ήταν τόσο δυνατός ο θόρυβος από το σφύριγμα της άφιξης του τρένου που τα λόγια χάθηκαν. Αλλά ο παππούς καταλάβαινε τα πάντα, από το χρώμα των ματιών του Βάνκα που άλλαζε συνεχώς από φωτεινό, πιο φωτεινό, πιο φωτεινό...!!! 


Εριέττα Καρδάμη



…Την άλλη μέρα ο Βάνκα ξύπνησε από τις καμπάνες της εκκλησίας. Ήταν μόνος στο μαγαζί αλλά είχε για συντροφιά την ελπίδα και την αισιοδοξία του. Δεν ένιωθε πια αδύναμος σαν πρώτα. Πίστευε ότι σε μια , δύο,  το πολύ τρεις εβδομάδες θα εμφανιζόταν ο παππούς να τον πάρει από το άθλιο τσαγκαράδικο και να τον πάρει μαζί του στο σπίτι του αφέντη. Είχε καιρό να γευτεί τέτοια χαρά.

  Σηκώθηκε και πήγε να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπό του.  Μετά  , χωρίς να φάει το ξεροκόμματο βγήκε έξω απερίσπαστος.  Το αφεντικό θα πέρναγε την ημέρα με την οικογένειά του και θα πήγαινε κάποια στιγμή το απόγευμα για να τον ελέγξει. Περπάταγε για πολλή ώρα. Σε κάποια στιγμή σκέφτηκε μήπως έφτανε στο χωριό κοντά στον παππού , μα κατάλαβε ότι αυτή η σκέψη ήταν γελοία και έτσι έκατσε σε ένα παγκάκι και έβλεπε τα σύννεφα. Με το νου του σχημάτιζε εικόνες. Καλές και άσχημες.

  Όλα του φαίνονταν καλά και χαρούμενα. Το βράδυ περίμενε το κλάμα του μωρού για να το νανουρίσει με τα σχέδια του και την ελπίδα του για το μέλλον.

   Μια μέρα, όμως , καθώς ο Βάνκα έφτιαχνε ένα ζευγάρι παπούτσια , χτύπησε την πόρτα του τσαγκαράδικου μια γυναίκα, κάπου στα σαράντα πέντε με πενήντα, και ζήτησε τον ορφανό Βάνκα. Εκείνος γεμάτος απορία πλησίασε την γυναίκα. Ήταν όμορφη μα πολύ ταλαιπωρημένη.

Από εκείνη την στιγμή η ζωή του Βάνκα έγινε ένα θρίλερ . Εκείνη η γυναίκα ήταν μια παλιά γνωστή του παππού του. Πριν μια εβδομάδα την είχαν ενημερώσει ότι ο γέρο – Κωστάνη Μάκαριτς είχε πεθάνει.
   Μόλις το άκουσε ο Βάνκα άρχισε να τρέχει χωρίς να ξέρει προς τα πού πηγαίνει. Το μόνο που ήξερε ήταν ότι ένιωθε μεγάλη θλίψη και ότι οι μοναδικές του φίλες, η αισιοδοξία και η μοναξιά, τον είχαν αφήσει. Πήγε και έκατσε ξανά στο ίδιο παγκάκι που είχε κάτσει πριν κάποιες μέρες. Ξανακοίταξε τα σύννεφα αλλά το μόνο που είδε ήταν οι βόμβες  να σκάνε από εδώ και από εκεί. Κατάλαβε ότι θα έμενε για πάντα μόνος στην ζωή του κλεισμένος σε αυτό το τσαγκαράδικο.
   Όταν γύρισε το αφεντικό του τον πλησίασε και του είπε ότι πια εκείνον έχει στην ζωή και ότι πλέον μπορεί να στηρίζεται πάνω του. Από εκείνη την στιγμή το αφεντικό φερόταν στον Βάνκα λες και ήταν παιδί του και ακόμα καλύτερα. Έτσι αυτοί οι δύο ανέπτυξαν πολύ καλή σχέση .
  Μετά από κάποιο διάστημα , καθώς ο Βάνκα με το αφεντικό του πήγαιναν μια βόλτα , εμφανίστηκε μπροστά ένας σαραντάρης άνδρας πάνω σε ένα άσπρο άλογο και του είπε ότι τον είχε στείλει ο αφέντης για να τον σώσει από τις άθλιες συνθήκες που ζούσε. Το ορφανό ενθουσιάστηκε που το γράμμα έχει φτάσει στον προορισμό του και υπό τέτοιες συνθήκες και ζήτησε να μάθει πως έφτασε εκεί.
  Ο άνδρας του είπε ότι την ημέρα της πρωτοχρονιάς καθώς έπιναν την ζεστή σοκολάτα χτύπησε η πόρτα και ήταν ο ταχυδρόμος που ήταν φίλος του γέρο Μακάριτς και του άφησε ένα γράμμα. Εκείνος το διάβασε και ζήτησε από τον αφέντη να φέρει το εγγόνι του. Εκείνος δέχτηκε αλλά του είπε ότι θα μπορούσε να τον φέρει μετά από δυο εβδομάδες που θα έχει ετοιμαστεί και το δωμάτιο του. Δυστυχώς μετά από μια εβδομάδα ο παππούς πέθανε. Ο αφέντης όμως δεν πήρε πίσω την υπόσχεση που είχε δώσει στο Κωνσταντή Μακάριτς. Μίλησε σε έμπιστο άνθρωπό του και του ζήτησε να βιαστεί  και να πάει να φέρει στο αρχοντικό το μικρό ορφανό Βάνκα.
  Εκείνη την στιγμή ο Βάνκα θυμήθηκε το γράμμα και την αξία του που είχε για εκείνον τότε και τώρα.
  Ο Βάνκα βρέθηκε σε μεγάλο δίλημμα. Να πάει στον αφέντη ή να μείνει με το καλό πια αφεντικό του; Του ήρθαν στο νου όλα τα όνειρα που είχε κάνει για όταν θα πήγαινε στο αρχοντικό. Μα θυμήθηκε το πόσο  είχε αλλάξει το αφεντικό του προς το καλύτερο.
  Έτσι, χωρίς να ξέρει αν είναι σωστή η απόφαση ή όχι , χωρίς να ξέρει τι θα συμβεί , αποφάσισε να μείνει με το αφεντικό του. Αφού ο Βάνκα ήθελε να πάει στο αρχοντικό για να βρει την ευτυχία , η ευτυχία πήγε και τον βρήκε , οπότε δεν θα ξενιτευόταν.
Έτσι έζησε ο Βάνκα καλά και εμείς καλύτερα.  




Καρδάση Μαρία





΄Οταν ο μικρός Βάνκας ξύπνησε βγήκε έξω και είδε το μεγάλο, ξύλινο καφέ κουτί που πριν από λίγες ώρες είχε ρίξει το πολύτιμο γράμμα του παππού του σπασμένο ,και γύρω του χιλιάδες γράμματα σκορπισμένα στο πεζοδρόμιο . Χωρίς δεύτερη σκέψη ξεχώρισε μέσα από τα πολλά το δικό του γράμμα ,το πήρε και με μια τρεχάλα έφτασε στο χασάπικο να βρει τα παιδιά.Ο Βάνκας έφτασε λαχανιασμένος στο χασάπικο , τα παιδιά του πρόσφεραν νερό . Το ήπιε όλο μονορούφι, με μια ανάσα! Διηγήθηκε την ιστορία του στα παιδιά και τους έδειξε το γράμμα του. Εκείνα κατάλαβαν αμέσως πως ο Βάνκας ήταν πολύ τυχερός που έσπασε το ξύλινο κουτί και πήρε το γραμμα του πίσω διότι δεν είχε γράψει τα απαραίτητα στοιχεία για την αποστολή. Εκείνα διόρθωσαν το γράμμα και επιβεβαίωσαν στον ταλαιπωρημένο Βάνκα πως το γράμμα του θα σταλθεί! Η χαρά του Βάνκα ήταν απερίγραπτη δεν ήξερε πώς να ευχαριστήσει τον θεό, την τύχη και τα παιδιά του χασάπικου γι'αυτό τους υποσχέθηκε πως, αν μετακομίσει μόνιμα στο χωριό θα περνάει πού και πού να τους βλέπει . 
Μια εβδομάδα μετά ο Βάνκας λαμβάνει ένα γράμμα από τον παππού του.
Αγαπημένε μου εγγονέ,
Σου γράφω αυτό το γράμμα για να σου πω πως την ερχόμενη εβδομάδα με το καλό θα σε έχω κοντά μου . Θα κάνουμε πολλά ωραία πράγματα μαζί . το ξέρω καλά πως η ζωή σου μέχρι τώρα ήταν ένα μαρτύριο , γι'αυτό και εγώ θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να το διορθώσω . Σου υπόσχομαι πως ΄όσο ζω δεν θα αφήσω κανέναν και τίποτα να χαλάσει πάλι την φτωχή ζωή σου.
Ο παππούς σου,
Κωσταντίς  Μακάριτς .
Και πραγματικά τα πράγματα έγιναν όπως υποσχέθηκε ο παππούς στον Βάνκα και ''έζησαν για χρόνια στο χωριό με τα σκυλιά , τις κότες και όλη την φύση πραγματικά κοντά τους. Το όνειρο ενός πραγματικά αδικημένου παιδιού από το σύμπαν επιτέλους πραγματοποιήθηκε όσο ο ίδιος έδειχνε πίστη στον θεό ,καλοσύνη ,και υπομονή σε όλα τα βασανιστήρια που υπέστη .
Μάγια   Κεραμιδά


 Εκείνο το βράδυ οΒάνκας είχε ανήσυχο ύπνο, συνέχεια στριφογύριζαν εικόνες στο μυαλό του από το χωριό μαζί με τον παππού του. Το πρωί που σηκώθηκε άρχισε να κάνει της δουλειές του ένιωθε όμως πιο αισιόδοξος, δεν του φαινόντουσαν τόσο βαριές και δύσκολες. Το μόνο που σκεφτόταν πια ήταν η επιστροφή στο χωριό.Οι μέρες περνούσαν χωρίς καμία απάντηση.
Έτσι ένα βράδυ ο μικρός Βάνκας άνοιξε την πόρτα, έβαλε το κασκέτο του και την σχισμένη γουνίτσα και πήρε τον δρόμο για το χωριό.
Μαίρη Κιουρτζόγλου



Αφού είχε περάσει ένας μήνας και περισσότερο, με τον καημένο τον Βάνκα να μην  κάνει τίποτα παρά να φροντίζει το μωρό, να συγυρίζει το τσαγκαράδικο, να πλένει τα ρούχα τού αφεντικού του και το βράδυ να πέφτει καταπονημένος και εξαντλημένος στο ξύλινο και άβολο κρεβάτι του. Η μόνη του ελπίδα ήταν το γράμμα που είχε στείλει στον παππού του άλλα άρχιζε να συνειδητοποιεί ότι ο παππούς του τον έχει ξεχάσει.

Μια συνηθισμένη μέρα ήρθε ένας συγχωριανός του Βάνκα στο τσαγκαράδικο όπου δούλευε. Αφού ο Βάνκα τον καλοκοίταξε πέντε φορές κατάλαβε ότι ήταν ο γερο-Δημήτρης, γείτονας του παππού του στο χωριό. Μόλις μπήκε μέσα τον καλωσόρισε και του πρόσφερε λίγο ζεστό τσάι. Ενώ μίλαγαν για περίπου πέντε λεπτά, ο Βάνκα ρώτησε τον γερο-Δημήτρη αγχωμένος αν έλαβε ο παππούς του το γράμμα που του είχε στείλει ξέροντας μέσα του την απάντηση. Ο γερο-Δημήτρης βρέθηκε στη δύσκολη θέση να του πει ότι ο παππούς του δεν έλαβε κανένα γράμμα και πως μια μέρα που πήγε να τον επισκεφθεί, μπήκε μέσα στο σπιίτι με το δύτερο κλειδί που είχε και τον είδε νεκρό πάνω στην ξύλινη καρέκλα του περιμέντας τον Βάνκα να γυρίσει πίσω στο χωριό!

Λεονάρδος Κόγιας


Μια εβδομάδα αργότερα όλα κυλούσαν ομαλά στο χωριό για τον παππού
του Βάνκα. Ξαφνικά, όμως, του ήρθε ένα γράμμα που τον αναστάτωσε, ήταν του
Βάνκα.
Το γράμμα έφτασε τελικά στον προορισμό του λόγω του ταχυδρόμου που ήταν
συγχωριανός και ήξερε και το Βάνκα και το παππού του.
Ο παππούς το διάβασε και κατάλαβε το δράμα του εγγονού του. Τότε λοιπόν
αποφάσισε να τον πάρει μαζί του στο χωριό.
Ύστερα από ένα μήνα το όνειρο του Βάνκα είχε πραγματοποιηθεί και από τότε
ξαναήρθε το χαμόγελο στα χείλη του.
Παναγιώτης Κουρκούλης


Ο Βάνκας έστειλε το γράμμα στον παππού του αλλά δεν είχε γράψει πού θέλει να
πάει. Την άλλη μέρα ένας καλός ταχυδρόμος είδε ότι το γράμμα δεν είχε προορισμό.
Το άνοιξε και κατάλαβε ότι το είχε γράψει ο φίλος του ο Βάνκα. Ο ταχυδρόμος πήγε
στο τσαγκάρικο που δούλευε και του είπε να βάλει προορισμό στο γράμμα. Την
άλλη μέρα ο ταχυδρόμος πήγε το γράμμα στο ταχυδρομείο και το γράμμα έφυγε στον
προορισμό του δηλαδή τον παππού του Βάνκα.
Αλέξης Λυκουρόπουλος




Ο Βάνκας ξύπνησε ταλαιπωρημένος από το σκληρό στρώμα που είχε για κρεβάτι. Περπάτησε ως το ποτάμι, 50 μέτρα περίπου, και έπλυνε το προσωπάκι του με το κρύο νερό του παγωμένου Βόλγα. Στο δρόμο για το σπίτι κοίταξε στο κουτί που είχε ρίξει την προηγούμενη μέρα το γράμμα για τον παππού του. Ο Βάνκας αφαιρέθηκε κοιτώντας έναν πίνακα σε μία βιτρίνα. Ο πίνακας έδειχνε ένα φτωχό παιδί αγκαλιά με τον παππού του.
Θυμήθηκε τις νύχτες που καθόταν με τον παππού όλη την νύχτα στην εξοχή, ξαπλωμένοι κάτω από τα γυαλιστερά αστέρια και την απεραντοσύνη του μαύρου ουρανού.Τι ωραία που είναι!Ο Χέλης κρύβεται μέσα στα στρώματα και η γριά Καστάνκα φέυγει να ζεσταθεί στο τζάκι του σπιτιού.
Τον ξεσήκωσε ο ήχος της καμπάνας και των παιδιών που λέγαν τα κάλαντα και τους έδιναν λεφτά,γλυκά και ευχές, όπως «Και του χρόνου» ή «Να σας χαίρονται οι γονείς σας». Λυπημένος που αυτός δεν αυτός είχε πάρα πολύ καιρό κάποιος να του πει καλή κουβέντα, κίνησε προς την εκκλησία .Μπήκε και έκατσε στο πίσω μέρος της εκκλησίας. Θυμήθηκε όταν πήγαινε στην εκκλησία με τον παππού του κάθε Χριστούγεννα. 
Ο παππούς αφήνει τα δύο σκυλιά ελέυθερα. Η γριά Καστάνκα κάθεται κάτω από το μεγάλο υπόστεγο της εκκλησίας και ο Χέλης που έχει όρεξη για περιπέτεια χάνεται ανάμεσα στο πλήθος.  Ύστερα από μια ώρα ο παππούς και ο Βάνκας τον βρίσκουν χτυπημένο και μαχαιρωμένο. Ο άτιμος είχε κλέψει ένα λουκάνικο από τον κρεοπώλη και αυτός τον τάραξε στο ξύλο.
    Ο Βάνκας βγήκε από την εκκλησία με ένα κομμάτι αντίδωρο και μια καρδιά γεμάτη ελπίδα. Εκεί που περπατούσε να πάει πίσω στο τσαγκαράδικο, άκουσε ένα γάβγισμα πολύ χαρακτηριστικό.Έτρεξε σε ένα στενό και μετά έστριψε σε ένα δρομάκι, μέχρι που βρήκε τον Χέλη. Ο Βάνκας τον ρώτησε: « Που είναι ο παππούς ;». Αυτός σώπασε και έδωσε στον Βάνκα ένα κομμάτι από το αγαπημένο παλτό του παππού του. Έδειχνε να είχε γίνει επίθεση λύκων και ο Χέλης να ξέφυγε ψάχνοντας τον Βάνκα. Του έδωσε επίσης την φυσαρμονικά του. Ο Βάνκας προσπάθησε να μην κλάψει όμως δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Ο αγαπημένος του παππούς είχε πεθάνει και του άφησε για κληρονομιά τον Χέλη.

Απόστολος Λυτρίβης




Ενώ κοιμόταν στο τραπέζι άκουσε ένα κλάμα μωρού, ξύπνσε και τον φώναξε το αφεντικό:"Βάνκα, καθάρισες το μαγαζί;". Ο Βάνκας είπε "ναι". Τον είδε το αφεντικό και του είπε:"Εντάξει, το καθάρισες. Πήγαινε λίγο αυτό το γράμμα στο γραμματοκιβώτιο, γρήγορα!". "Μάλιστα!", είπε ο Βάνκας και πήρε μαζί του το καλαμάρι στα γρήγορα για να μην το δει το αφεντικό και είδε στο γράμμα του αφεντικού τον προορισμό και πήρε το δικό του γράμμα από το γραμματοκιβώτιο και έγραψε τον τόπο όπου έπρεπε να πάει!. Στη συνέχεια ο ταχυδρόμος πήρε το γράμμα και το έδωσε στην κυρία Όλγα η οποία το πήρε και το διάβασε και μετά το έκρυψε για να μην το δει ο παππούς γιατί ήταν βαριά άρρωστος. Τότε η κυρία Όλγα είπε στον παππού : "Κωνσταντίν,  θα πάω ένα ταξίδι γι'αυτό να μην ανησυχείς.". Τότε η κυρία Όλγα πήγε στο αφεντικό του Βάνκα και πήρε τον Βάνκα και έφυγε. Μόλις έφτασαν τον πήγε στον παππού κι εκείνος τον αγκάλιασε και γιόρτασαν μαζί την Πρωτοχρονιά!

Ευαγγελία Μέτσο




Μετά από πολλές περιπλανήσεις, το γράμμα του Βάνκα, φτάνει στα χέρια ενός ταχυδρόμου που τυχαίνει να γνωρίζει προσωπικά τον Κωσταντή Μακάριτς. Του το παραδίδει και εκείνος το διαβάζει.
            «Που λες Βάνκα μου, μόλις έλαβα το γράμμα σου ένιωσα κάτι να με θλίβει. Είσαι το μοναδικό μου εγγόνι και σε νοιάζομαι.»
            Είχαν δεκαπέντε μέρες στο χωριό και ο Βάνκας ζούσε σε όνειρο. Ήταν τόσο ευτυχισμένος που δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται πόσα ευχαριστώ ήθελε να πει στον αγαπημένο του παππού. Μόλις σήμερα κατάφερε να τον ρωτήσει πώς ήρθε μέχρι τη Μόσχα για να τον πάρει.
«Αμέσως πήγα να δω τον αφέντη. Ο κηπουρός είναι γέρος πια και είμαι σίγουρος πως αν τον εκπαιδεύσει, ο Βάνκας θα γίνει ένας αφοσιωμένος, εργατικός κηπουρός, του είπα. Μια μέρα χρειάστηκε μόνο για να το σκεφτεί και να μου απαντήσει θετικά. Μου είπε να πάω να σε φέρω αμέσως. Η δεσποινίς Όλγα Ιγνάτιεβνα κατέβηκε μέχρι την κουζίνα για να μου πει να σε φέρω γρήγορα. Ο κηπουρός εκνευρίστηκε λίγο γιατί νόμιζα πως τον πετάγαμε έξω, αλλά όταν το καλοσκέφτηκε, είπε ότι χρειαζόταν ξεκούραση τώρα στα γεράματα.»  
            Μια παύση έγινε στη διήγηση και η μαγείρισσα έφερε καυτό τσάι. Είπε στο Βάνκα  πως του θύμιζε τη μακαρίτισσα μητέρα του και φίλη της κι έφυγε.                                                                                                       
            «Τι σου έλεγα; Α, ναι! Έπειτα άρχισε το ταξίδι. Βρήκα έναν έμπορο που πήγαινε στη Μόσχα και προσφέρθηκε να με πάρει μαζί του. Όμως, πριν περάσουμε το δεύτερο χωριό, αρρώστησε βαριά. Τον πήγα στο χωριό και περίμενα να γίνει καλύτερα. Έτσι πέρασαν πέντε μέρες αφού δεν μου πήγαινε καρδιά να αφήσω μόνο του τον άνθρωπο. Μετά καλυτέρεψε οπότε τον άφησα στη φροντίδα ενός γνωστού μου. Έφυγα με μια πολυμελή οικογένεια που είχε την καλοσύνη να με πάρει μαζί τους. Τα μικρά διαβολάκια τους μου θύμιζαν εσένα όταν ήσουν μικρός! Το ταξίδι ήταν πενταήμερο και κουραστικό αλλά ένιωθα πως υπέφερες. Τα υπόλοιπα τα ξέρεις.»
            «Παππού μου, απάντησε ο Βάνκας, πάντα με φρόντιζες και μ’ αγαπούσες. Τώρα όμως ρίσκαρες τα πάντα για να με σώσεις (τη δουλειά σου, τη ζωή σου, την υγεία σου). Θέλω να σου πω ένα μεγάλο ευχαριστώ, τόσο μεγάλο που δεν το χωράει ούτε η Ρωσία μας…»
Ο Βάνκας έζησε πολλά χρόνια, παντρεύτηκε την κόρη της κυρίας Όλγας Ιγκνάτιεβνα και κληρονόμησε το αρχοντικό και τα κτήματα. Πάντοτε, όμως, τηρούσε τις υποσχέσεις του: παρακαλούσε τον Θεό για τον παππού του, τον προστάτευε μέχρι τέλους και όταν πέθανε παρακαλούσε για να αναπαυτεί η ψυχή του.



Δομνίκη Μπαρμπαρή



Πέρασαν μέρες ατελείωτες κι ο Βάνκας περίμενε με ανυπομονησία την απάντηση στο γράμμα από τον παππού του. Τίποτα όμως. Αυτό που του ερχόταν πια στο νου του ήταν είτε πως ο παππούς του είχε πεθάνει είτε τον είχε ξεγράψει απ ΄ το μυαλό του. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την πείνα και την σκληρή δουλειά, έκαναν τον Βάνκα να αρρωστήσει βαριά. Ο Αλλιαχίν όμως, που τον έβαζε να δουλεύει όλο και περισσότερο, δεν πίστευε ότι ο Βάνκας είχε αρρωστήσει, νόμιζε ότι υποκρινόταν. Όμως οι μέρες περνούσαν και ο Βάνκας χειροτέρευε όλο και περισσότερο. Όλα έμοιαζαν πια χαμένα.
 Πού να φανταστεί όμως ότι ο παππούς του, σαν από μαγεία, όχι μόνο είχε λάβει το γράμμα αλλά ερχόταν κιόλας να τον βρει! Όμως, όταν ο παππούς κατέφθασε, ο Βάνκας βρισκόταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Ο χρόνος του στη ζωή έμοιαζε σιγά-σιγά να τελειώνει. Και τότε είναι που ο παππούς του κάθισε δίπλα του, τον χάιδεψε, τον φίλησε και άρχισε να του λέει ιστορίες από το χωριό. Ήταν οι ομορφότερές τους αναμνήσεις, στιγμές αγάπης και στοργής. Ο παππούς δεν έφυγε στιγμή απ’ το πλευρό του. Πέρασαν μέρες και μέρες… όμως ο παππούς ήθελε να μείνει μαζί του μέχρι την τελευταία του πνοή. Έτσι κι έγινε. Λίγα λεπτά αργότερα, ξεψύχησαν κι οι δυο, ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Οι φόυχτες τους ζεστάθηκαν, μα η καρδιά τους περισσότερο. Είχαν πλέον κι οι δυο ξαναβρεθεί, σε έναν άλλο κόσμο, μα το κυριότερο είναι ότι έμειναν για πάντα μαζί!

Αναστασία Νάστου




Την επόμενη μέρα το αφεντικό μπήκε στο τσαγκαράδικο και είδε το Βάνκα να κοιμάται ενώ το μωρό έκλαιγε.

-Τί κάνεις Βάνκα;Κοιμάσαι;των ρώτησε με ένα αγριο βλέμμα

-Τίποτα κύριε,απλά με πήρε λίγο ο ύπνος, απάντησε φοβισμένα.

-Δεν ακούς το μωρό που κλαίει;

-Tώρα θα πήγαινα

Το αφεντικό του είδε ότι η πένα και το χαρτί δεν ήταν στη θέση τους και φώναξε τον Βάνκα.

-Βάνκα τί έκανες όση ώρα έλειπα;

-Καθάρισα σκούπισα και μετά αποκοιμήθηκα...

-Και γιατί τα πράγματα δεν είναι στη θέση τους;

-Ξεσκόνισα κιόλας, μάλλον γι'αυτό...
-Μην ξαναδώ αυτό το χάλι!
-Μάλιστα
Την επόμενη μέρα το αφεντικό του Βάνκα συνάντησε τα δύο παιδάκια που έψαχνε ο Βάνκα και του είπαν να του πει πως υπάρχει πιο κοντά ένα ταχυδρομικό κουτί για το γράμμα του.Το αφεντικό τσαντίστηκε και έψαξε ολα τα γράμματα μέχρι που βρήκε του Βάνκα.
Όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκε το αφεντικό σκεφτόταν να απολύσει τον Βάνκα για την ανάρμοστη συμπεριφορά του.Μέχρι που αποκοιμήθηκε....
Στον ύπνο του ονειρεύτηκε ένα πνεύμα που του είπε να μην απολύσει τον Βάνκα γιατί τα ίδια είχε κάνει και αυτός προκειμένου να βρει τους γονείς του και να φύγει απο τη φρικτή δουλειά που τότε έκανε.
Το αφεντικό ξύπνησε τρομαγμένο από το όνειρο και πήγε να βρει το Βάνκα.
-Ξέρεις πού μένει ο παππούς σου;
-Ναι!!

Όταν έφτασαν είχε ήδη ξημερώσει
-Παππού!Παππού!
-Βάνκα,πώς ήρθες εδώ;
-Άστα μεγάλη ιστορία.
-Θα μου την πεις μια μέρα, μέχρι τότε θες μια πρέζα;
-Εννοείται!


Κωνσταντίνα Παπαθανάση



...Ο Βάνκας δίπλωσε το γράμμα, το έβαλε στο φάκελο χωρίς διεύθυνση και το έριξε στο κουτί του ταχυδρομείου.Όπως ήταν φυσικό,το γράμμα δεν έφτασε ποτέ στον παππού του.
Εκείνα τα Χριστούγεννα ο Βάνκας δεν θα τα ξεχνούσε ποτέ.Ήταν τα χειρότερα της ζωής του!Ξυπνούσε κάθε μέρα με λαχτάρα και ανυπομονούσε να δει τον παππού του να εμφανιστεί.Αυτό όμως δεν γινόταν και έτσι ο πόνος,η κούραση,το κρύο και η πείνα γίνονταν ακόμη πιο αβάσταχτα .Και αυτό που ο Βάνκας φοβόταν έγινε αμέσως μετά τα Χριστούγεννα.Τον έστειλαν σε ένα θέλημα,όμως...στην επιστροφή δεν άντεξε. Λιποθύμησε και έπεσε στο χιονισμένο δρόμο. Σχεδόν αμέσως, δύο στιβαρά χέρια τον σήκωσαν και ήταν αυτά που θα τον έσωζαν για πάντα.Όταν ξύπνησε βρισκόταν σε ένα μοναστήρι, λίγο έξω από τη Μόσχα. Ο καλόγερος που τον βρήκε πεσμένο στο χιόνι,τον περιέθαλψε και τον πήρε κοντά του.Εκεί ο Βάνκας μεγάλωσε ήρεμα σε ένα ζεστό και οικείο περιβάλλον.Έμαθε γράμματα και το κυριότερο,ξαναβρήκε τον αγαπημένο του παππού και από τότε δεν ξαναχωρίστηκαν ποτέ!!!
Λυδία Παππά               





      Με αφορμή το απόσπασμα από το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα " Η ιστορία ενός γάτου που έμαθε σ΄ ένα γλάρο να πετάει", μαθητές του Α1 εμπνεύστηκαν δικές τους αφηγήσεις...
Γιάννα Παπανδρέου

Άγγελου Αντωνόπουλου, Α1

Περιπέτεια στην Πάρνηθα

Ήταν ένα ήσυχο, καλοκαιρινό μεσημέρι. Ξαφνικά ο ήχος από τις σειρήνες των πυροσβεστικών γέμισε τα αυτιά μας. "Μα τι στο καλό συμβαίνει;", αναρωτηθήκαμε όλοι. Κάπου θα έπιασε φωτιά. Κάπου, αλλά πού; Πριν καταλάβουμε, ο ουρανός σκοτείνιασε και ο ήλιος χάθηκε! Τώρα ξέραμε! Καίγεται η Πάρνηθα. Το νέο ακουγόταν από στόμα σε στόμα. Τι θα γίνει τώρα; Ο πνεύμονας της Αθήνας καταστρέφεται. Η ευχή όλων ήταν να σταματήσει ο αέρας να φυσάει. Όλο το απόγευμα βλέπαμε τα πυροσβεστικά να αγωνίζονται για να φτάσουν στην Πάρνηθα. Το βράδυ οι στάχτες γέμισαν τον ουρανό και τις βεράντες των σπιτιών. Σιτς ειδήσεις έδειχναν εικόνες από την ολοκληρωτική καταστροφή. Πάει χάθηκε το υπέροχο δάσος με τα γιγάντια έλατα.

Δεν πάνε δυο μήνες που κάναμε την όμορφη πεζοπορία και το πικ-νικ στο "δάσος των γιγάντων". Θυμάμαι πόσο πυκνή ήταν η βλάστηση, που ακόμα και όταν έπιασε ψιλόβροχο εμείς που καθόμαστε κάτω από τα έλατα δεν βραχήκαμε καθόλου! Ο πατέρας μου έφτιαξε μια αυτοσχέδια κούνια και μείναμε εκεί ώρες. Είχαμε περάσει υπέροχα. Στο μονοπάτι που περπατήσαμε παρατηρούσαμε τις πατημασιές από τα ελάφια που ζούσανε εκεί. Τα μικρά πολύχρωμα αγριολούλουδα, τα κυκλάμινα και ο κρόκος Κοζάνης δεξιά και αριστερά από το μονοπάτι, πού και πού κάποιο εντυπωσιακό μανιτάρι, αγριοτριανταφυλλιές, κουμαριές, η φύση σε όλο της το μεγαλείο. Η διαδρομή που διανύσαμε κατέληγε στην πηγή της Κυράς. Εκεί ξεδιψάνε οι πεζοπόροι και τα ζώα του δάσους. Η ελπίδα όλων μας ήταν να συναντήσουμε κάποιο ελάφι. 

Πήγα ξανά εκδρομή μετά την πυρκαγιά. Το τμήμα του δάσους που κάηκε είχε τραγική εικόνα. Έμειναν οι καμμένοι κορμοί που δεν θύμιζαν τίποτα από την προηγούμενη εικόνα του δάσους. Οι ξυλοκόποι τους έκοψαν και τους τοποθέτησαν οριζόντια για να συγκρατούν το χώμα τώρα που δεν υπήρχαν οι ρίζες της βλάστησης για να το συγκρατήσουν. Με την πρώτη βροχή το νερό θα παρέσερνε  το χώμα μέχρι κάτω. Το νεκρό τοπίο ήταν θλιβερό καθώς προχωρούσαμε σκεπτικοί και λυπημένοι συζητώντας τις συνέπειες της καταστροφής του πνεύμονα της Αθήνας. Ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά μας, πανέμορφο και αγέρωχο, ένα μικρό ελαφάκι!  Μείναμε όλοι ακίνητοι μην πιστεύοντας αυτό που βλέπαμε μπροστά μας...

φωτογραφία Άγγελος Αντωνόπουλος

Έτσι σκεφτήκαμε με αισιοδοξία ότι υπάρχει ελπίδα για ζωή!


Οι μαθητές και οι μαθήτριες του Α3 διάβασαν τον Βάνκα του Άντον Τσέχοφ στο μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, με καθηγήτρια την  κα Νιώρα, και αποφάσισαν να γράψουν το δικό τους τέλος στην ιστορία. 


    Ο Βάνκας(το δικό μου τέλος)
…Ο Βάνκας είχε πια ξυπνήσει . Το επόμενο πρωί τον έστειλε το αφεντικό να πάρει την αλληλο – γραφία από το ταχυδρομείο. Ο ταχυδρόμος του έδωσε ένα και μοναδικό γράμμα…Ήταν από τον παππού του. Ο ταχυδρόμος ήταν οικογενειακός φίλος με τον παππού του Βάνκα και του είχε δώσει το γράμμα του εγγονού του. Το γράμμα έλεγε: «Αγαπητέ μου εγγονέ Βάνκα, έχουμε πολύ καιρό να μιλήσουμε. Θα πρέπει να έχεις μεγαλώσει. Κι εγώ το ίδιο…Δεν μπορώ να κάνω πράγματα που έκανα παλιά. Συγνώμη που δεν σου έστειλα γράμματα μα δεν προλάβαινα Το αφεντικό έκανε ένα παιδί και οι περισσότερες δουλείες πέφτουν σε μένα.Στέλνω τον θείο σου, τον Λέωντα ,να σε φέρει στο χωριό. Ήρθε από την Γαλλία. Πιστεύω το γράμμα μου να σε βρει γρήγορα…! Ο παππούς σου,
Κωσταντή Μακάριτς»
Ο Βάνκας δεν μπορούσε να το πιστέψει. Έτρεχε χαρούμενος και γεμάτος δάκρυα προς το τσαγκαράδικο του Αλιάχιν. Μόλις αντίκρισε τον θείο του ,τον αγκάλιασε σφιχτά ! Ήταν εκεί! Αμέσως μόλις τελείωσε ο Βάνκας μ ε τις βαλίτσες του έφυγε για το χωριό.
Έχω να ακούσω νέα του πολύ καιρό… ολόκληρα χρόνια… Μα, κάποιοι λένε πως ο παππούς του ζει ακόμη και από τότε που συναντήθηκαν κανένας τους δεν έχει μεγαλώσει. Ποιος ξέρει……;;
                                                           Δάφνη Περισιανίδη



 Το τέλος του Βάνκα
Μετά από λίγες εβδομάδες το γράμμα του Βάνκα έφτασε στο χωριό, στο πατρικό του σπίτι! Εκεί βρισκόταν ο σκύλος του και ο παππούς του. Ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι βαριά άρρωστος. Σε λίγο καιρό δεν θα βρισκόταν στην ζωή . Μόλις ο σκύλος άκουσε τον ταχυδρόμο έτρεξε να παραλάβει την αλληλογραφία ,στην οποία βρισκόταν μέσα και το γράμμα του εγγονού του. Αμέσως την έδωσε στον παππού για να την δει. Όταν είδε τον φάκελο, τον άνοιξε βιαστικά γιατί ήταν πολύ περίεργος. Τα τρυφερά λόγια αυτά τον άγγιξαν. Ήξερε πως ο εγγονός του δεν τον είχε ξεχάσει !!! Έτσι πήρε την πένα του και άρχισε να γράφει απάντηση στο γράμμα του μικρού Βάνκα .Του έγραφε πως, θα πάει να τον πάρει και να ζήσουν μαζί στο χωριό!!! Πριν όμως τελειώσει το γράμμα του είχε ήδη φύγει από την ζωή. Έτσι λοιπόν ο μικρός Βάνκας δεν έλαβε ποτέ απάντηση.....

                                                                                                      Χαρά Πλάγγεση 


Ο Βάνκας
Από τη μέρα που ο Βάνκας πήγε το γράμμα στο ταχυδρομείο, περίμενε και για την απάντηση. Μέχρι που ένα κρύο απόγευμα είδε κάτω από την μεγάλη και ξύλινη πόρτα ένα γράμμα. Ο Βάνκας το άνοιξε με πολύ χαρά. Εκείνη τη στιγμή όμως συνειδητοποίησε ότι δεν του έγραφε ο πολυαγαπήμενος του παππούς αλλά ένας φίλος του παππού του. Του έγραφε ότι οαγαπημένος του παππούς μετά από μια σοβαρή αρρώστια δεν είναι πια στη ζωή.
Στο κόκκινο, από το κρύο μάγουλο του Βάνκα κατρακύλισε ένα δάκρυ. Τότε γύρισε το βλέμμα του στο παραθύρι και σκέφτηκε πως αν ο παππούς του ζούσε θα τον έπαιρνε μαζί
στο πολυαγαπημένο του χωριό και θα του έλεγε να είναι πάντα δυνατός και να μη το βάζει κάτω.

                                                                                                Χρύσα Στρίγγου

 

Ο ΒΑΝΚΑΣ-ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΤΕΛΟΣ
 …Διαβάζει το γράμμα στις δούλες…Και ο Χέλης φέρνει σβούρα στο πατάρι κουνώντας την ουρά του. Τότε ο παππούς σκουπίζοντας με το χέρι τα δάκρυά του, παίρνει το γράμμα και το τοποθετεί μέσα σε ένα μεγάλο μπαούλο, όπου ΄΄φιλάει΄΄ τα αγαπημένα του αντικείμενα. Αμέσως, φοράει το μακρύ και χοντρό πανωφόρι του και φεύγει για να βρει τον Βάνκα. Ο παππούς τρέχοντας στους δρόμους, προσπαθούσε να βρει που ζούσε ο πολυαγαπημένος του εγγονός. Ξαφνικά, ο Βάνκας, ξύπνησε και θυμήθηκε πως είχε ξεχάσει να γράψει (πάνω στο γράμμα που έστειλε στον παππού)την οδό που έμενε ο παππούς, αλλά και την οδό που έμενε ο ίδιος. Δυστυχώς , το γράμμα δεν έφτασε ποτέ στον παππού. Ο Βάνκας, όμως μετά από λίγο καιρό, ένα βράδυ που τα αφεντικά του κοιμόντουσαν βαριά, το έσκασε. Έτσι, κατάφερε να βρει μια καλή οικογένεια που τον πήρε σπίτι της και τον φρόντιζε σαν δικό της παιδί. Τέλος, ο Βάνκας έζησε μια καλή και ευτυχισμένη ζωή. Πάντα όμως σκεφτόταν και αναπολούσε τις ωραίες στιγμές που είχε περάσει με τον παππού.

(για να καταλάβετε την ιστορία διαβάστε στα κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας, στη σελίδα 190-194, την αρχή της ιστορίας)

                                                                                        Χρύσα Μαρία Πλατή 

Παιδική εργασία, 1842


ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΝΚΑ 
 Το όνειρο του μικρού Βάνκα βγήκε αληθινό. Το γράμμα του έφτασε στο χωριό του και ο υπάλληλος του ταχυδρομείου θυμήθηκε ότι γνώριζε μια οικογένεια με το επίθετο που ήταν γραμμένο στο φάκελο και αποφάσισε να το πάει στο σπίτι τους. Ευτυχώς ήταν η σωστή οικογένεια. Ο παππούς διάβασε το γράμμα και συγκινήθηκε. Αμέσως ετοίμασε τις βαλίτσες του και πήγε να φέρει πίσω στην οικογένεια του τον μικρό Βάνκα. Έτσι ο Βάνκας επέστρεψε στο χωριό του και έζησε ευτυχισμένος κοντά στο παππού του.

                                                                         ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ  ΧΙΩΤΙΝΗΣ




‘’Βάνκας’’ Το τέλος και η νέα αρχή ...

Ο Βάνκας περίμενε και περίμενε την απάντηση στο γράμμα του από τον παππού του. Τίποτα όμως. Άπο την στεναχώρια του το αθώο και συγχρόνως υπερβολικό παιδικό του μυαλουδάκι τον έκανε να πιστέψει τα χειρότερα. Δηλαδή, πως ο παππούς του ή έχει πεθάνει, ή τον έχει ξεχάσει και ξεγράψει από το μυαλό του. Αυτά σε συνδυασμό με την σκληρή δουλειά που του έβαζε να κάνει ο Αλλιαχίν τον έκαναν να αρρωστήσει βαριά. Το αναίσθητο μυαλό του Αλλιαχίν, το οποίο όχι μόνο δεν τον λυπήθηκε, αλλά τον έβαζε να δουλεύει περισσότερο, λέγοντάς του, πώς δεν καταφέρνει τίποτα κάνοντας τον άρρωστο !!!  Οι μέρες περνούσαν και ο Βάνκας όλο και χειροτέρευε. Που να φανταστεί πως ο παππούς όχι μόνο  είχε πάρει το γράμμα, αλλά ερχόταν να τον πάρει να γυρίσουν πίσω στο χωριό !!! Παρόλ’ αυτά όταν έφτασε ο παππούς ήταν ήδη αργά. Η αρρώστια έριξε σε κόμμα τον Βάνκα. Ο παππούς πήγε καί κάθησε δίπλα στον Βάνκα και άρχισε να του λέει ιστορίες από το χωριό και από τότε που ήταν μικρός , προσπαθώντας να τον ξυπνήσει. Πέρασαν μέρες πολλές και ο παππούς δεν έφυγε από το πλευρό του Βάνκα. Καθόταν εκεί περιμένοντάς τον, να ξυπνήσει λες και ζούσε μόνο για να δει αυτήν την στιγμή. Κάποια στιγμή  ο Βάνκας άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε τον παππού. Τότε του έκανε ένα μέγαλο χαμόγελο και μετά ξεψύχησε . Ο πάππους, λίγα λεπτά μετά, από την στεναχώρια του και τα γεράματα που του βάραιναν την ψυχή, ξεψύχησε και αυτός. Έτσι παππούς και Βάνκας ξαναβρέθηκαν σε έναν άλλο κόσμο, χωρίς να τους χωρίζει τίποτα.Έτσι έμειναν για ΠΑΝΤΑ μαζί !

                                               
                                                                                                      Του Νίκου Σώκου

Παιδιά που δουλεύουν στην επεξεργασία του καπνού, 1873

Ο Βάνκας

Το τέλος της ιστορίας:

    Ήρθε το τέλος του ονείρου του Βάνκα . Ξύπνησε στις 7. Σκεφτόταν τ’ όνειρό του και ένα δάκρυ κύλησε στο κόκκινο μάγουλό του. Άκουσε την πόρτα να χτυπάει χαμηλά. Άνοιξε. Είδε ένα μικρό κοριτσάκι. Το βοήθησε να περάσει. Έξω έβρεχε δυνατά. Του έδωσε την ζακετούλα του να φορέσει γιατί κρύωνε. Συστήνεται ο Βάνκας, αλλά το κοριτσάκι δεν μπορούσε να μιλήσει, έτρεμαν τα χείλη του. Μετά από λίγη ώρα προσπάθησε να συλλαβίσει τ’ όνομά του. Τα κατάφερε. Είπε «Πού είναι η μητέρα μου;» Ο Βάνκας απάντησε στο στενοχωρημένο κοριτσάκι «Πώς βρέθηκες εδώ; Είσαι μόνη σου; Ξέρω πως η μητέρα σου είναι εκεί έξω και σε ψάχνει.» συνέχισε ο Βάνκας. «Γιατί έφυγες από κοντά της;» Με σκυμμένο το κεφάλι είπε «Καθώς προχωρούσαμε μες στη βροχή άφησε το χέρι μου κι έφυγε.» Βγήκαν έξω κι άρχισαν να ψάχνουν τη μητέρα του κοριτσιού. Δεν βρήκαν τίποτα. Προφανώς, η μητέρα του κοριτσιού είχε χαθεί.
    Καθώς ο Βάνκας έψαχνε την μητέρα του, άκουσε μια φωνή να τον φωνάζει. Γυρνάει να κοιτάξει πίσω και βλέπει τον παππού του. Πιάνει το χέρι της μικρής κι αρχίζει να τρέχει προς τα πάνω του. Δύσκολο να πιστέψει πώς πήρε το γράμμα του. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν έλαβε το γράμμα του Βάνκα ο παππούς. Αλλά αποφάσισε να γυρίσει για να τον πάρει μαζί του. Δάκρυα χαράς κύλησαν αυτή τη φορά στο πρόσωπό του.
    Τελικά ο Βάνκας πήρε πίσω την ελευθερία του και το κοριτσάκι, βρήκε κι αυτό μια οικογένεια. 

                                                                                           Δημήτρης Φαρμάκης




>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>

Με αφορμή το κείμενο του Α. Λασκαράτου, "Ο κακός μαθητής", οι μαθητές του Γ1 και του Γ2 σκέφτηκαν να γράψουν σατιρικά κείμενα με τίτλο "Ο κακός καθηγητής".




Καθηγητής για σκότωμα..!!!

Αχ ! Πάμε να δούμε τον καθηγητή που μας προκαλεί εφιάλτες και δε μας αφήνει να απολαύσουμε με ηρεμία τον υπνάκο μας. Τι κόλλημα και αυτό; Ξεκολλήστε και αφήστε μας να απολαύσουμε τον ύπνο μας. Άντε, γιατί εκνευρίζομαι και αν εκνευριστώ σχίζω βρεγμένη χαρτοπετσέτα...
Πρώτον: Εκεί που κοιμάσαι ήσυχα και ωραία, ακούγεται μια φωνή από την έδρα: «Σήκω και πέρνα έξω!». Συγνώμη, τον ρωτάς τον άλλον αν μπορεί να σηκωθεί έτσι όπως είναι από τον ύπνο και να περπατήσει; Ή το άλλο ωραίο! Αν δεν μιλάς στην τάξη λένε στους γονείς σου «Θέλω λίγη παραπάνω συμμετοχή». Αν πάλι μιλάς, «Ααα..δεν βάζει γλώσσα μέσα..πρέπει να ηρεμήσει λίγο» 
Τι να πεις.. είναι να τρελαίνεσαι! Τέλος πάντων! Το αφήνω αυτό το θέμα γιατί θα συγχυστώ!
Δεύτερον: Ασκήσεις ! Μεγάλη ιστορία ! Άντε πες εντάξει για τις καθημερινές ασκήσεις που μας φορτώνουν και καθόμαστε με τις ώρες στην καρέκλα του γραφείου, με αποτέλεσμα να πιάνεται …………………………………………………………………………….ΤΟ ΧΕΡΙ μας βρε παιδιά !!! Έρχονται οι διακοπές και λες: « Παναγιά μου, επιτέλους να ξεκουραστούμε λίγο!» Και ΞΑΦΝΙΚΑ, εμφανίζεται ένα πακέτο φυλλάδια με ασκήσεις για τα Χριστούγεννα. Έχει μέσα τον “τον πατέρα του και τη μάνα του” : Μαθηματικά, ΓΛΩΣΣΑ, Βιολογία, Χημεία, ΚΕΙΜΕΝΑ, Αρχαία. Και μετά από κάτω σου γράφουν «ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΧΑΡΑ!! ΕΥΤΥΧΥΣΜΕΝΟ ΤΟ ΝΕΟ ΕΤΟΣ!!!» Ευχαριστούμε πάάάάάρα πολύ. Να δείτε πόση χαρά μας δώσατε. Ααααχ..τα γράφω και αναστενάζω.
Τέλος πάντων. Είναι Χριστούγεννα, έβγαλα το άχτι μου, αλλά φτάνει τόσο. Δεν έχω πρόβλημα με τις εκθέσεις που έχουμε για τα Χριστούγεννα ούτε για τις 70κάτι ασκήσεις Μαθηματικών. Πλάκα κάνω!!! Ελπίζω να μην τα πήρατε στα σοβαρά και να συνεχίσετε να μας βάζετε ασκήσεις με την ίδια άνεση που μας βάζετε και τώρα. Χρόνια Πολλά και ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος !!! 

                                                                                                        Ιωάννα Πλατή
 




Δάσκαλος να μη σου τύχει!
Όλοι ξέρουμε πως υπάρχουν αμέτρητοι δάσκαλοι και καθηγητές με διαφορετικές ειδικότητες. Άλλοι έχουν σπουδάσει φιλολογία, άλλοι θεολογία κτλ. Βέβαια όλοι διαφέρουν στον τρόπο μετάδοσης του μαθήματος αλλά και στον προσωπικό τους χαρακτήρα. Κάποιοι κάνουν το μάθημα πιο ευχάριστο και κάποιοι άλλοι σε κάνουν να κοιμάσαι όρθιος. Το μόνο κοινό τους , που κατά τη γνώμη μου είναι ολοφάνερο σε όλους μας είναι το ότι δεν ευχαριστιούνται αν δε δίνουν στους μαθητές τους τόνους ασκήσεων.
Δεν είναι όλοι οι καθηγητές κακοί και μπορεί στο κάτω -κάτω να μην υπάρχουν τέτοιου είδους δάσκαλοι. Κάποιες φορές όμως όταν η μέρα τους είναι κακή, ψυχρή και ανάποδη και τα νεύρα τους τεντωμένα, ψάχνουν αφορμές να μας κάνουν τη ζωή δύσκολη, ώστε η κατάσταση μέσα στη τάξη να είναι δραματική. Από τη μια οι μαθητές που αρχίζουν να διαμαρτύρονται για τους ουρανοκατέβατους όγκους ασκήσεων και από την άλλη οι καθηγητές που δεν τους καίγεται καρφάκι.
Όσον αφορά τώρα την ώρα της μετάδοσης του μαθήματος υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι δάσκαλοι παραδίδουν το μάθημα όσο καλύτερα μπορούν ώστε οι μαθητές να είναι πλήρως καλυμμένοι αλλά και περιπτώσεις όπου υπάρχουν απορίες και δεν απαντώνται. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι μαθητές αναγκάζονται να κάνουν επιπλέον μαθήματα όπου τα καταλαβαίνουν καλύτερα με αποτέλεσμα την ώρα της παράδοσης να είναι αλλού.
Ώρα διαγωνισμάτων! «καλύτερες στιγμές δεν υπάρχουν. Η χαρά των μαθητών». Υπάρχουν καθηγητές που τρελαίνονται για το διόρθωμα και κάποιοι άλλοι που μόνο στο άκουσμα του αποκτούν πονοκέφαλο και όλα τους πάνε στραβά. Αυτοί που τρελαίνονται να μείνουν μακριά μας γιατί αλλιώς έχουν πρόβλημα ενώ αυτοί με τον πονοκέφαλο αξίζει να λέγονται ΔΑΣΚΑΛΟΙ! Όταν μπαίνουμε στη τάξη μετά τους δασκάλους καταλαβαίνουμε πως κάτι δεν πάει καλά. Όταν μπαίνουμε και τον βλέπουμε με το χαμόγελο στα χείλη επιβεβαιωνόμαστε. «τι σας έχω σήμερα» ρωτάει. Τι άλλο μπορεί να έχει κάποιος σαν αυτόν. Το θείο δώρο. Ένα πανέμορφο φύλλο χαρτί στολισμένο με ασκήσεις και στο πάνω μέρος με έντονα γράμματα ΤΕΣΤ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ. Τι καλύτερο!   
Διακοπές! Για κάποιους σημαίνει ξεκούραση και για κάποιους άλλους είναι μαρτύριο. Καταλαβαίνετε για ποιους είναι μαρτύριο. Αν όχι, καιρός να μάθετε. Για τους μαθητές. « Δεν έχουμε να κάνουμε τίποτα καλύτερο από το να διαβάζουμε. Πλέον το διάβασμα είναι η καλύτερη ασχολία μας.» Ειρωνικά μιλάω μην το παίρνετε σοβαρά.  Μόνο το καλοκαίρι μένει τελείως ελεύθερο, από οποιαδήποτε άλλη γιορτή ζήτημα να μένουν ελεύθερες τέσσερις με πέντε μέρες. 
                                                                                  Κωνσταντίνος Ασλάνης 



O δάσκαλος της φυσικής  

    Οι αναμνήσεις που έχω από τα προηγούμενα χρόνια στο σχολείο είναι πάρα πολλές. Άλλες με το πέρασμα των χρόνων ίσως σβήσουν απ΄το μυαλό μου και άλλες πάλι θα υπάρχουν πάντα. Μέσα σ’αυτές που θα κουβαλάω μαζί μου στην πορεία της ζωής μου είναι ό,τι έζησα στο πρώτο τρίμηνο της δευτέρας γυμνασίου, με τον πολυαγαπημένο δάσκαλο της φυσικής.                                                                                                          
  Πριν αναφερθώ στο περιστατικό που θέλω να σας διηγηθώ, θα πρέπει για λίγο να τον περιγράψω. Ήταν ένας άντρας που φορούσε γυαλάκια μυωπίας, λιγόμαλλος, μεσαίου αναστήματος αλλά αρκετών …δηλαδή…τι αρκετών ; Θα ‘λεγα πάρα πολλών κιλών !!! Τα κοστούμια του,πάντα, ήταν στριμωγμένα επάνω του.Νόμιζε κανείς πως οι ραφές τους είχαν την τάση να ξηλωθούν! Από την άλλη πλευρά ο χαρακτήρας του ήταν και αυτός πολλών τόνων! Η αγάπη του προς τα εμάς ήταν πολύ μεγάλη και η προσπάθειά του για να μεταδώσει γνώσεις, άλλη τόση. Αυτό, τον έκανε να είναι πρόθυμος σε όλα.              
  Μια μέρα, λοιπόν, λόγω της απουσίας του γυμναστή μας, την ώρα της γυμναστικής, προθυμοποιήθηκε.φυσικά ποιος άλλος ; Ο δάσκαλος της φυσικής !  Ήθελε να μας γυμνάσει αυτός! Ξεκίνησε πολύ όμορφα και σωστά να μας κάνει την λεγόμενη προθέρμανση. Εκτάσεις, ανατάσεις, διατάσεις…και κάποια στιγμή φτάνουμε και στις επικύψεις!! Μπροστά μας, και με πλάτη προς τα εμάς, έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να μας δείξει σωστά την κάθε άσκηση! «Επικύψεις»! φωνάζει ! Ρίχνει και μια στη σφυρίχτρα και… ΚΡΑΑΑΑΑΚ!!!!  Όλο το παντελόνι του – μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας  - το βλέπουμε να ανοίγει στα δύο και την ραφή να εκτινάζεται όσο πιο γρήγορα μπορούσε, τη στιγμή που εκείνος σκυμμένος έβλεπε το πάτωμα! Το θέαμα ήταν ανεπανάληπτο! Εμείς ξεροί απ’τα γέλια να ‘χουμε πέσει και να χτυπιόμαστε στα πατώματα..μέχρι δακρύων, αντικρίζοντας το μεγάλο και φαρδύ εσώρουχο με τις μπλε και κόκκινες βουλίτσες! Η στιγμή ήταν απείρου κάλους !! Γέλιο τρελό και ανεπανάληπτο Θυμάμαι την εκτίναξη που έκανε το στρουμπουλό σώμα του προς τα εμπρός, ακαριαία, σε κλάσματα δευτερολέπτου, στην προσπάθειά του να καλυφθεί.
  Ήταν όμως ένας άνθρωπος τόσο καλός και ευγενικός , που την επόμενη ημέρα, ήρθε στο σχολείο , με γλυκά, να μας κεράσει. Και όταν ένα κορίτσι τον ρώτησε γιατί μας έφερε γλυκά, εκείνος πολύ ήρεμα και  αθώα στράφηκε σε όλους μας και είπε: « Το θέαμα που αντικρίσατε χθες ήταν πολύ γελοίο. Δε νομίζετε ότι πρέπει να σας ανταμείψω γι’ αυτό ; » Και φυσικά το γέλιο συνεχίστηκε.
   Θα τον θυμάμαι πάντα με μεγάλη αγάπη και συγκίνηση.                                                                    
                                                                                                           Παύλος Εφραιμίδης 

Ο πιο καλός καθηγητής…

Ο κύριος Αναξίμανδρος είναι ο καλύτερος καθηγητής για το... καλοκαίρι, μιας και τα αστεία του είναι κρύα, πολύ κρύα! Είναι ένας καθηγητής που αγαπάει τον διάλογο, μόνος  του ρωτάει, μόνος του απαντάει! Πολλοί στο σχολείο τον ξέρουν ως ο ¨ΞΕΡΟΛΑΣ¨ αφού έχει μια απάντηση για όλα και λέει πως ξέρει τα πάντα! Σε όλα τα παιδιά μας έχει μείνει αυτό το απαλό και τρυφερό άρωμα του, η μπόχα του! Ο αθλητισμός για αυτόν τον άνθρωπο είναι το δεύτερο του όνομα, αυτό είναι φανερό όχι από δυο τρεις μικρούς κοιλιακούς, αλλά από τον ένα και μεγάλο μπριζολιακό του! Επίσης, αξίζει να σημειωθεί πως είναι το ερωτικό πρότυπο όλων των μαθητριών αλλά και καθηγητριών! Αφού είναι πιο όμορφος ακόμα και από τον Κουασιμόδο! ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΥΓΚΡΑΤΗΘΕΊΤΕΕ! Επιπλέον είναι ένας καθαρόαιμος Ελληνάρας, σε κάθε μάθημα με την φραπεδιά στο χέρι! Η κοινωνικότητα αυτού του πλάσματος είναι απίστευτη σας λέω! Στην τάξη κάνει μόνο με 11 παιδιά μάθημα, οι υπόλοιποι… αποβολή χωρίς λόγο! Στο τέλος κάθε μαθήματος βγαίνει έξω από τα ρούχα του, μένει μόνο με το φανελάκι! Φωνάζει, μαλώνει, απειλεί, κοκκινίζει και στο τέλος λέει “ΤΑ ΧΑΠΙΑ ΜΟΥ»! Τι τραβάει και αυτός ο καημένος καλός καθηγητής, με εμάς τους «ανεπίδεκτους μαθήσεως» όπως μας αποκαλεί!
                                         
                                                                                            Μπάμπης Βασιλείου

>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>


"Η πείνα πονά"

Πολλά παιδιά βρίσκονται στο όριο της φτώχειας ή και κάτω από αυτό, και στην πατρίδα μας πλέον, ας μη γελιόμαστε...
Ας δούμε πώς ένας μαθητής του Α1 απέδωσε σύντομα αλλά πολύ γλαφυρά και συγκινητικά το περιεχόμενο αυτής της φωτογραφίας, παρόλο που το τοποθέτησε σε προσφυγικό περιβάλλον!
Γιάννα Παπανδρέου


Το λυπημένο κοριτσάκι τώρα βρίσκεται σε ένα ερημωμένο καταφύγιο προσφύγων και μάλλον κοιτάει από ένα σπασμένο και βρώμικο παράθυρο και βλέπει τα άλλα παιδιά με τις πλούσιες οικογένειές τους να βγαίνουν από μυρωδάτα αρτοποιία κρατώντας σακούλες με ψωμιά, κουλούρια και πολλά νόστιμα γλυκά και σκέφτεται τι καλά θα ήταν άμα έτρωγε από τα νόστιμα καλούδια που έβλεπε απέναντι.

Βαγγέλης Γιαννιτάκης
Α1

>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>


Η γλαρίνα Κενγκά έζησε!!!!!

Ξεκινήσαμε να διαβάζουμε με τα παιδιά του Α1 και του Α2 την ιστορία της Κενγκά, μιας γλαρίνας που "πληγώθηκε" θανάσιμα από τα μολυσμένα με πετρέλαιο νερά του λιμανιού του Αμβούργου. Μια ιστορία του Λουίς Σεπούλβεδα από το βιβλίο "Η ιστορία του γάτου που έμαθε σε ένα γλάρο να πετάει". 
Η Κενγκά δεν πρωταγωνιστεί η ίδια αλλά εμείς διαβάσαμε την ιστορία της που εισάγει την υπόθεση του βιβλίου και... δεν μας άρεσε η πορεία που είχε πάρει η τύχη της. Από ό,τι έδειχναν τα πράγματα στο τέλος του κειμένου, η γλαρίνα δεν θα γλίτωνε το μοιραίο.  Γι 'αυτό, συγγνώμη κύριε Σεπούλβεδα, είπαμε να δώσουμε ένα δικό μας τέλος!
Δείτε πώς μερικοί μαθητές φαντάστηκαν τη συνέχεια.( Θα ξεκινήσουμε με μαθητές του Α1 και θα συνεχίσουμε με μαθητές του Α2.)

Γιάννα Παπανδρέου





      [...] Κουράστηκα, έκρωξε απελπισμένα η Κενγκά, Μάλλον πρέπει να κατέβω χαμηλότερα, όσο μπορώ ακόμα να πετάω".
Προσγειώθηκε άτσαλα μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Μιχαήλ, στην πλατεία. Υπήρχαν, γύρω, πολλά περιστέρια που τσιμπολογούσαν αχόρταγα τα ψίχουλα ου έριχναν λίγα παιδιά. Η Κενγκά φάνταζε εξωπραγματικό πλάσμα έτσι όπως είχε καταντήσει από τη μαύρη κηλίδα που είχε κολλήσει στα φτερά της. Ξεχώριζε αμέσως από τα κατάλευκα περιστέρια που ήταν στην πλατεία. Τα παιδιά την περιτριγύρισαν με περιέργεια. Η Κενγκά τους έκρωξε απελπισμένα. Όμως αυτοί δεν ήταν που μόλυναν τη θάλασσα με πετρέλαιο, το σπίτι της; Τι εμπιστοσύνη έπρεπε να δείξει;Αλλά πάλι δεν την τρόμαζε το ενδιαφέρον αυτό. Αφέθηκε ανήμπορη στις περιποιήσεις της κοπέλας που την πήρε αγκαλιά. Αμέσως μετά τρεις νέοι με πορτοκαλί μπουφάν έδειξαν κι αυτοί ενδιαφέρον και ανησυχία. 
     Την μετέφεραν σε έναν χώρο που κυμάτιζε η σημαία με τα χρώματα της ίριδας. Υπήρχαν εκεί και άλλα πουλιά, ένα με δεμένη τη φτερούγα, άλλο με μπανταρισμένο το πόδι. Την Κενγκά την καθάριζε η κοπέλα με υπομονή, φτερό - φτερό. Την άλλη μέρα το ίδιο. Έβλεπε τα χαρούμενα πρόσωπα των ανθρώπων που τη φρόντιζαν. Ένιωθε καλύτερα, η αλήθεια να λέγεται! Την τάιζαν κιόλας με μικρά ψαράκια. Σε λίγες μέρες η Κενγκά,  ήταν πεντακάθαρη και έτοιμη να πετάξει ξανά! 
Δεν είχε χάσει εντελώς την ελπίδα για ζωή. Άραγε το καθάρισαν το σπίτι της;
    Ίσως οι άνθρωποι με τις πορτοκαλί στολές να το καθαρίσουν κάποτε.  Η Κενγκά άρχισε να πιστεύει πως κάποια μέρα οι "άνθρωποι" θα σταματήσουν να καταστρέφουν τον πλανήτη που όλοι κατοικούμε...Μπορούν όμως αυτά τα "παιδιά" να σώσουν τον κόσμο; Η γλαροπούλα ήξερε την απάντηση.

Άγγελος Αντωνόπουλος
Α1




      Η Κενγκά πετούσε στενοχωρημένη και πονεμένη. Είχε τόσο βαρύνει από το πετρέλαιο που δεν άντεχε άλλο να πετάξει κι έπεσε κάτω στη γη μέσα σε μια λεκάνη. Μέσα στη λεκάνη είχε νερό και απορρυπαντικό κι έτσι το πετρέλαιο έφυγε από πάνω της και έκανε τα ρούχα μαύρα!  Η Κενγκά καθάρισε εντελώς και πέταξε όπως πριν!

Βαγγέλης Βερνάρδος
Α1


     Η Κενγκά  κάνει απελπισμένες προσπάθειες να γλιτώσει από το μαύρο κύμα. Χτυπάει τις φτερούγες της, κολυμπάει δυνατά προσπαθώντας να φτάσει στην ακτή.
      Ξαφνικά ακούει θορύβους από μηχανές και ανθρώπινες φωνές. Κάποιοι άνθρωποι έχουν πάρει τις βάρκες τους και προσπαθούν να τη βοηθήσουν.  Φτάνουν κοντά της και την τραβάνε στη βάρκα από τη θάλασσα. Είναι η Greenpeace, η οικολογική οργάνωση η οποία έχει σπεύσει στην περιοχή και αρχίζει τις προσπάθειες διάσωσης της θαλάσσιας περιοχής. Η Κενγκά, στην αγκαλιά των ανθρώπων της οργάνωσης, καθαρίζεται από το πετρέλαιο και στη συνέχεια πηγαίνει στο ίδρυμα όπου θα παραμείνει όσο χρειαστεί ώστε να μπορέσει να πετάξει ξανά ελεύθερη και δυνατή!

Στάθης Δεμέναγας
Α1


       Η Κενγκά βρήκε φίλους και συγγενείς, τη βοηθήσανε να αναρρώσει από τον πόνο των φτερουγών και ύστερα έκανε μια πολύ μεγάλη, δεύτερη οικογένεια και ποτέ δεν ξαναϋπήρξε τέτοιο ατύχημα, ούτε στην ίδια αλλά ούτε και σε άλλους γλάρους.

Τζένη Ζησιμοπούλου
Α1


(Η παραπάνω εικόνα περιείχε διαφήμιση της Wind)


>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>

Οι πιτσιρίκοι της Α΄Γυμνασίου ψάχνουν και βρίσκουν....

Νοέμβριος 2012


Παρόλο που η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου πέρασε, εμείς, με τους μαθητές του Α1 και του Α2, ερχόμαστε να σας παρουσιάσουμε τι βρήκαμε και τι σκεφτήκαμε εμπνευσμένοι από τους "Πιτσιρίκους" του Δημήτρη Ψαθά.

Θέμα μας ήταν το χιούμορ ως όχημα ελπίδας και κουράγιου στις δύσκολες μέρες του Πολέμου του ΄40 και της Κατοχής. Ένα θέμα που ποτέ δεν παύει να είναι επίκαιρο γιατί το χιούμορ και το γέλιο μας χρειάζονται σε πολλές δύσκολες στιγμές της καθημερινής μας ζωής. Μία εποχή που ζητάει ηρωισμό μπορεί να πέρασε και να την θυμόμαστε μία φορά το χρόνο, όταν γιορτάζουμε την επέτειό της. ΄Ομως, πάντα θα έρχονται καινούριες δυσκολίες και κρίσεις, όπου θα πρέπει να επιστρατεύουμε και τον ηρωισμό μας αλλά και το χιούμορ μας...Για να κρατάμε το κεφάλι ψηλά! 




Παράλληλα, επειδή φαίνεται πως δεν μπορέσαμε να απομονώσουμε εντελώς την ζοφερή πλευρά αυτής της ιστορικής σελίδας, παραθέτουμε και κάποιες μελαγχολικές πινελιές...

Οι εργασίες δημοσιεύονται κατά τμήμα και με αλφαβητική σειρά.

Τέλος, θέλω να πω ένα μεγάλο ΜΠΡΑΒΟ σε όσα παιδιά εργάστηκαν γιατί βρήκαν πράγματι πολύ αξιόλογο υλικό! Και παρακαλούμε τους αναγνώστες του blog να μη μας κρίνουν αυστηρά αν δεν είναι όλα όπως πρέπει όσον αφορά σε μια εργασία, ήταν η πρώτη μας. Η επόμενη θα είναι πιο ολοκληρωμένη (π.χ. θα έχουμε καταγράψει όλες τις πηγές από όπου αντλήσαμε υλικό) !
Γιάννα Παπανδρέου


Οι "πιτσιρίκοι" του Α1


" ΒΑΖΕΙ Ο ΝΤΟΥΤΣΕ ΤΗ ΣΤΟΛΗ ΤΟΥ..."
(Youtube)




Το βίντεο αυτό είναι αστείο και  περιέχει γελοιογραφίες, οι οποίες έχουν με αστεία μορφή τους  Ιταλούς και τους Γερμανούς που τρέμουν όταν βλέπουν τους προγόνους μας. Όταν το είδα αισθάνθηκα χαρά και γέλασα πολύ. Το κοροϊδευτικό τραγούδι που περιέχει ,<<βάζει ο ντούτσε τη στολή του>>, είναι το κυριότερο περιεχόμενο του βίντεο που συσχετίζεται με όλα τα άλλα.

Παύλος Ακριτίδης


ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΣΚΙΤΣΑ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ ΓΙΑ ΤΗΝ  28Η 

 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ  1940


Μη με βλέπετε μικρό
Μην με βλέπετε μικρό
και θαρρείτε πως δεν ξέρω
τι σημαίνει η Ελλάδα
για εμάς όλους εδώ !
Μου ’χουν πει για το σαράντα,
πως ένα κρύο πρωινό
ζητήσαν να μας πάρουν
το άγιο χώμα που πατώ.
Ο παππούς τότε που λέτε
πήγε πάνω στα βουνά
να στηρίξει όπως λέει
το "ΟΧΙ" που είπε ο Μεταξάς.
Θέλω τώρα να φωνάξω
ένα μεγάλο ευχαριστώ
σε εσάς που πια δε ζείτε
για να ’μαι Έλληνας εγώ
Της Ελλάδας τα παιδιά
Στα βουνά της Αλβανίας
της Ελλάδας τα παιδιά
πολεμούνε τον εχθρό μας
όλα τους με μια καρδιά.
Πολεμούνε σαν λιοντάρια
μπρος στην πρώτη τη γραμμή
απ’ το χώμα μας μην πάρει
ο εχθρός μια σπιθαμή. 
Κάνουν τείχος τα κορμιά τους
μην περάσει η σκλαβιά
και προσφέρουν τη ζωή τους
για τιμή και λευτεριά.
Δε φοβούνται ούτε βόλια
ούτε χιόνι και βοριά
και την πείνα τους ξεχνούνε
πάντα για τη λευτεριά.
        

Σε αυτά τα ποιήματα καθώς και στην παρακάτω γελοιογραφία βλέπουμε ότι όλοι οι Έλληνες, ακόμα και τα παιδιά, ξέρουν τι έγινε την 28η Οκτωβρίου και ότι οι στρατιώτες δεν φοβόντουσαν τίποτα και πολεμούσαν με ανδρεία ώστε να μην κατακτηθεί η Ελλάδα!!!!



(Πηγή ποιημάτων και γελοιογραφίας : http://www.mathima.gr/ekpaideytiko-yliko/school-celebrations/category/28-

Το παρακάτω βίντεο, παρόλο που είναι χρονολογικά πολύ πιο πρόσφατο σχετικά με την Κατοχή, παρουσιάζει πολύ ζωντανά τις αντιδράσεις ενός μέσου Έλληνα της Κατοχής μπροστά στον ηρωισμό που του ζητείται. Πρόκειται για ένα στιγμιότυπο από τη γνωστή κωμωδία "Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;" (Youtube)



Φραγκίσκος  Αλαφούζος



"ΠΩ ΠΩ, ΤΙ ΕΠΑΘΕ Ο ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ!!!"





Οι καλλιτέχνες που δημιούργησαν τα σκίτσα και τα τραγούδια ήταν γενναίοι και με τα έργα τους θέλησαν να ενθαρρύνουν και να κάνουν τους    έλληνες αισιόδοξους.Τελικά κατάφεραν αυτό που ήθελαν και με το παραπάνω.Πιστεύουμε,πως αυτοί οι άνθρωποι ήταν η αρχή της επανάστασης και πως άξια το όνομα αλλά και οι πράξεις τους έχουν μείνει ξακουστά έως και σήμερα.Οι κόμβοι μας ήταν:
°youtube
° http://www.mathima.gr/ekpaideytiko-yliko/school-celebrations/category/28-

Κωνσταντίνα κ΄ Χρύσα Αλεξίου






ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΔΙΗΓΗΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ ’40
ΚΑΙ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ


Ο Ιταλός αξιωματικός, με καπέλο Ναπολέοντα (η επέλαση του «νέου Ναπολέοντα»), επικεφαλής του στρατεύματος που κατευθύνεται προς την Κορυτσά, στη Β. Ήπειρο, αντιμετωπίζει την έφοδο με εφ’ όπλου λόγχη του Έλληνα εύζωνου καθισμένος ανάποδα στο άλογό του ή μάλλον το άλογο έστρεψε τα νώτα του στον εύζωνο, ενώ και οι στρατιώτες έντρομοι αλλάζουν βήμα προς τα πίσω.
 ***





Στην πρώτη γελοιογραφία βλέπουμε το σαρκασμό για τη βεβαιότητα του Μουσολίνι ως προς τη νίκη, ενώ στη δεύτερη γελοιογραφία ο σερβιτόρος του παραγγέλνει σαρκαστικά με τον κολονέλλο (στρατηγό)  πως ο καφές που παράγγειλε να πιει στην Αθήνα, έχει παγώσει…!
 ***
Ο ζωγράφος Αγήνωρ Αστεριάδης σχεδίασε το παρακάτω έξυπνο γελοιογραφικό σχέδιο σε αφίσα που τοιχοκολλήθηκε στους δρόμους της Αθήνας το 1941, με ένα σκύλο να …ξαλαφρώνει πάνω στο μονόγραμμα Μ (αρχικό του Μουσολίνι) και τη δήλωση-σύνθημά του VENCEREMO (=θα νικήσουμε)

 ***
Από την περίοδο της Κατοχής στην Αθήνα το παρακάτω πικρό σκίτσο αποδίδει την καρτερικότητα του λαού μας με την αποστροφή του μικρού αγοριού που δεν αποδέχεται ελεημοσύνη από τον Ιταλό στρατιώτη, ενώ δίπλα η μητέρα του προφανώς με μωρό στην αγκαλιά περιμένει τη συμπόνια του κόσμου!...



«Δεν το θέλω. Σκότωσες, τον μπαμπά μου»: σκίτσο του Φωκ. Δημητριάδη από την περίοδο της Kατοχής στην Aθήνα. Tο μικρό παιδί αρνιέται την ελεημοσύνη που του προσφέρει Iταλός στρατιώτης.
***
 Η νεαρή εθελόντρια νοσοκόμα του Νοσοκομείου Τρικάλων
(διήγημα)
Ήταν ένα κυριακάτικο απόγευμα, το Χειμώνα του ’40, στα Τρίκαλα Θεσσαλίας. Μια νέα κοπέλα 18 χρονών, εργαζόταν σαν εθελόντρια νοσοκόμα στο Νοσοκομείο των Τρικάλων. Μαζί με τους γιατρούς και τις άλλες νοσοκόμες περιέθαλπαν τους ασθενείς, οι περισσότεροι απ’ αυτούς τραυματίες από το Μέτωπο.  
Ξαφνικά, ακούστηκαν οι σειρήνες. Οι Γερμανοί έστειλαν αεροπλάνα για να βομβαρδίσουν τα Τρίκαλα. Οι βόμβες άρχισαν να πέφτουν παντού κι’ ο κόσμος έτρεχε να κρυφτεί στα καταφύγια. Στο Νοσοκομείο έσπαζαν τα τζάμια απ’ το βομβαρδισμό, κι’ έπεφταν επάνω στα κρεβάτια των ασθενών. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς ήταν ανήμποροι να σηκωθούν και να πάνε έξω, σε πιο ασφαλές μέρος, όπου είχαν πάει οι υπόλοιποι.
Η νεαρή νοσοκόμα, χωρίς να πολυσκεφτεί τον κίνδυνο, έτρεξε να τους βοηθήσει. Στην αρχή, έδινε κουράγιο σ’ όσους μπορούσαν να περπατήσουν, για να σηκωθούν και να πάνε σιγά-σιγά στην αυλή του νοσοκομείου. Ύστερα, άρχισε να βοηθάει τους πιο ανήμπορους, στηρίζοντάς τους στους ώμους της, για να τους βγάλει έξω στην αυλή.
Οι υπόλοιποι, που την έβλεπαν από το παράπηγμα της αυλής της φώναζαν:
_ «Δεσποινίς Φιλίππου, αυτό είναι τρέλα! Ελάτε γρήγορα εδώ!». Εκείνη ωστόσο συνέχιζε.
Σε λίγο, κάποιοι συνάδελφοί της βγήκαν από το παράπηγμα κι’ άρχισαν κι εκείνοι να βοηθούν τους ασθενείς. Μέσα σε λίγα λεπτά, είχαν βγάλει έξω στην αυλή τους περισσότερους απ’ αυτούς.
Το νέο μαθεύτηκε στη μικρή επαρχιακή πόλη. Στη νεαρή αδελφή νοσοκόμα απονεμήθηκε μετάλλιο ανδρείας για τη γενναία πράξη της.
Λίγο καιρό μετά, στην Κατοχή, η αδελφή νοσοκόμα αναγκάστηκε να δώσει το μετάλλιο για να καλύψει άλλες ανάγκες. Αργότερα, ανέβηκε στο βουνό, όπου οργάνωνε μικρές μονάδες περίθαλψης των τραυματιών του πολέμου που συνεχίζονταν.
                                                                  Άγγελος Αντωνόπουλος 


ΔΑΥΙΔ (Ελλάδα) ΚΑΙ ΓΟΛΙΑΘ (Ιταλία)

(namarizathema.blogspot.gr/2011/10/1940html)

Από τις πολλές γελοιογραφίες που βρήκα ξεχώρισα αυτήν που παραβάλλει την τεράστια δύναμη του Γολιάθ με αυτήν της Ιταλίας η οποία, αν και διέθετε σύγχρονο στρατό – όπλα – μεταφορικά μέσα – αεροπορία,  τα έβαλε με τον μικρό Δαβίδ, την Ελλάδα. Η Ελλάδα  με μικρό στρατό, λίγο οπλισμό αλλά πολλή ψυχή και με μεταφορικά μέσα που δεν έφθαναν για τον ανεφοδιασμό και χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και ζώα (γαϊδούρια–άλογα), κατάφερε να αντιδράσει και να αποτρέψει την κατάληψη της πατρίδας μας από τον Ιταλικό στρατό και τον ανάγκασε σε άτακτη υποχώρηση στο έδαφος της Αλβανίας.
 Πιστεύω ότι η γελοιογραφία της εποχής απεικονίζει την πραγματικότητα ,γιατί ο υπεροπτικός Ιταλικός στρατός (Γολιάθ – ασπίδα – ακόντιο) κατατροπώθηκε και υποχώρησε από τον μικρό Ελληνικό στρατό (Δαβίδ – σφεντόνα).

Την γελοιογραφία την βρήκα μέσω Google. 
                                                                                                                                          Διονυσία Βάβουλα



 Το "ΟΧΙ" με τα μάτια της τέχνης

Στην κατοχή τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα για τους Έλληνες. Πείνα και δυστυχία επικρατούσε σε όλη την Ελλάδα. Κάποια παιδιά της Ελλάδας προκαλούσαν καταστροφές στα Γερμανικά οχήματα εξαιτίας της πείνας τους. Πολλοί Έλληνες και Ελληνίδες έχαναν τη ζωή τους. Μετά από χρόνια ταλαιπωρίας οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν και έκαναν αντίσταση κατά των Γερμανών.

Παρόλα αυτά, "Επινίκια τραγούδια, θεατρικές επιθεωρήσεις, αλλά και ευφάνταστες γελοιογραφίες δημιουργούσαν, παρά τις δυσκολίες, πανηγυρικό κλίμα... Επινίκια τραγούδια, τίτλοι εφημερίδων, ευφάνταστες γελοιογραφίες και θεατρικές επιθεωρήσεις εμπνεύστηκαν από τα πολεμικά ανακοινωθέντα, δημιουργώντας πανηγυρικό κλίμα στον λαό, παρά τις μεγάλες αντιξοότητες.
Οι ανταποκρίσεις για την κατατρόπωση των Ιταλών στα κακοτράχαλα βουνά, στις αερομαχίες και στις ναυμαχίες από τις λιγοστές ελληνικές δυνάμεις απεικονίστηκαν με πολύχρωμες πινελιές από τους ζωγράφους και τους σκιτσογράφους της εποχής." ( Το "ΟΧΙ" με τα μάτια της τέχνης, PATHFINDER ), όπως και στην παρακάτω γελοιογραφία.
Ο σαστισμένος Ντούτσε αναζητεί με το φανάρι τους χαμένους, μετά τη μάχη με τους Έλληνες, στρατιώτες του. (http://news.pathfinder.gr/periscopio/yperifano_oxi.html)
Βαγγέλης Βερνάρδος







Σκίτσο του μαθητή Στάθη Δεμέναγα, αντίγραφο αυθεντικής γελοιογραφίας της εποχής.


Την 28η Οκτωβρίου τιμούμε τους νεκρούς προγόνους μας και εκφράζουμε το σεβασμό μας προς αυτούς.
Όλοι οι Έλληνες αισθανόμαστε την υποχρέωση να προσφέρουμε, αν χρειαστεί, στην πατρίδα τις υπηρεσίες μας.

28η Οκτωβρίου 1940

Μια μέρα φθινοπωρινή 
κρύα χωρίς λιακάδα
οι Ιταλοί θελήσανε 
να πάρουν την Ελλάδα.

Μα οι Έλληνες απάντησαν
ΟΧΙ με ένα στόμα
Εχθρού ποδάρι δεν πατά 
στο ελληνικό το χώμα

Γιατί είναι χώμα ιερό
με αίμα ποτισμένο
κι από τα χρόνια τα παλιά
δάφνες, μυρτιές σπαρμένο.

Στάθης Δεμέναγας




Σουτ!!!



Η γελοιογραφία δείχνει πώς ακόμα κι αν προσπάθησαν οι Ιταλοί να κατακτήσουν τούς Έλληνες απέτυχαν κι έτσι οι Έλληνες τούς κορόιδευαν πιο πολύ.

Τραγούδι



Αυτό το τραγούδι  το βρήκα στο internet και μου άρεσε γιατί δείχνει  πώς οι Έλληνες δεν φοβήθηκαν καθόλου να κοροϊδέψουν τούς Ιταλούς  που ήταν ένα πολύ δυνατό έθνος και άμα δεν είχαν υποτιμήσει τους Έλληνες θα μπορούσαν εύκολα να τους συντρίψουν .

Γιάννης Δράκος

Οι πιτσιρίκοι του Α2


Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος (Youtube)

Τα συναισθήματα που έχουμε από την κατοχή του 40' είναι ανάμεικτα.
Αρχικά νιώθουμε πόνο, λύπη, στεναχώρια για τους ήρωες και τις ηρωίδες που έχασαν τη ζωή τους για να είμαστε σήμερα εμείς ελεύθεροι.
 Έπειτα τους συμπονούμε για τη μεγάλη προσπάθεια που κατέβαλαν ενάντια στον κατακτητή, τους συγχαίρουμε που κατάφεραν να αντισταθούν και να ελευθερώσουν την πατρίδα μας και για το μεγάλο ΟΧΙ που είπαν οι Έλληνες στους Ιταλούς. Σ' αυτούς τους ανθρώπους χρωστάμε ένα μεγάλο ευχαριστώ και γι' αυτό τους τιμάμε με την μεγάλη επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, κάθε χρόνο.







Ψωμί δεν είχαμε να φάμε, όμως δε μας έλειπαν τα μπαχαρικά...



ΜΕ ΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΤΟΥΣ ΦΑΜΕ?ΜΕ ΚΙΜΑ Η ΚΑΡΜΠΟΝΑΡΑ? 

Δημητρίου Δέσποινα (Α1), Εύα Καρυώτη, Λυδία Παππά



Η παρακάτω εικόνα είναι το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Ασύρματος’ της 28ης Οκτωβρίου 1940, η οποία ανακοινώνει  την έναρξη του πολέμου στην Αθήνα. Νιώθουμε αγωνία και άγχος που κάποιοι Έλληνες θα δώσουν τις ζωές τους για να έχουμε εμείς ένα καλύτερο 
μέλλον.



"Ο Σαλταδόρος" του Μιχάλη Γενίτσαρη:  



Καραχάλιος Ορφέας, Κόγιας Λεονάρδος
Λάζος Σπύρος



"Με το χαμόγελο στα χείλη..."




Μια συγκινητική ιστορία 
στα χρόνια του πολέμου

του Τρύφωνα Χατζηνικολάου

Όταν οι Ιταλοί μας κήρυξαν τον πόλεμο την 28η Οκτωβρίου 1940, στο χωριό Ξηρονομή Θηβών Βοιωτίας έφθασε μία ομάδα Ελλήνων Αξιωματικών και Στρατιωτών και ζητούσαν από τους κατοίκους να τους παραδώσουν τα υποζύγιά τους, άλογα και μουλάρια, για τις ανάγκες του Ελληνικού Στρατού.

Η Ρουμελιώτισσα Μαριγώ Αναστασίου Μεϊδάνη από την Δόμβραινα ήταν παντρεμένη στο χωριό Ξηρονομή με τον Λουκά Μίχα και πρώτη έτρεξε και παρέδωσε το άλογό της, τον Μπάλιο, με τα εξής πατριωτικά λόγια: «Ο άνδρας μου, πατέρας τεσσάρων ανήλικων παιδιών δεν είναι επιστρατεύσιμος και για να βοηθήσουμε την πατρίδα μας σας παραδίνω το άλογό μας, για να βοηθήσει αυτό στο πόδι του ανδρός μου και των παιδιών μου». Τα μάτια των αξιωματικών βούρκωσαν από τον αυθορμητισμό της Ρουμελιώτισσας και όταν συνήλθαν της έδωσαν τα συγχαρητήριά τους και παρέλαβαν το άλογο, το οποίο με πολλά άλλα μεταφέρθηκε στο Μέτωπο για τις ανάγκες του στρατού.










Ο ΓΛΕΖΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΑΝΤΑΣ..
ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΣΑΝ ΝΑ ΚΑΤΕΒΑΣΟΥΝ ΤΗΝ ΧΙΤΛΕΡΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ:

ΠΟΤΕ ΤΕΤΟΙΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΣΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΜΑΣ!!!



ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!!! Ο πρωθυπουργς Γ. Παπανδρέου υψώνει την Γαλανόλευκη στην Ακρόπολη (18-10-1944).



Εριέττα Καρδάμη, Μαρία Καρδάση,  Δήμητρα Κατσάμπα




Και "κινούμενα σχέδια" βρήκαμε...


Το βίντεο και το τραγούδι που διαλέξαμε εκφράζουν την σατιρική και χιουμοριστική άποψη των Ελλήνων στις δύσκολες περιστάσεις της ζωής τους. Ζωντανό παράδειγμα η κρίση που ζούμε αυτές τις εποχές,που από τις οποίες δεν λείπει το σατιρικό στοιχείο.
Στη κατοχή οι άνθρωποι δεν είχαν βασικά στοιχεία επιβίωσης αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να κερδίσουν το μεγαλύτερο στρατό των Γερμανών και των Ιταλών με μεγάλη επιτυχία. 


Κεραμιδά Μ., Λιτρίβης Α.





ΤΙΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ  ΕΡΓΑΣΙΑ  ΤΙΣ ΒΡΗΚΑ ΑΠΟ ΤΟ  INTERNET.
ΕΠΕΛΕΞΑ ΑΥΤΟ  ΤΟ  ΘΕΜΑ ΓΙΑΤΙ  ΑΚΟΜΑ  ΚΑΙ  ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ  ΔΥΣΚΟΛΕΣ  ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ  ΕΝΑΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟ  ΧΙΟΥΜΟΡ  ΔΕΝ  ΛΕΙΠΕΙ.


















Παναγιώτης Κουρκούλης



1940 Mussolini Against Greece 




Σε αυτό το βίντεο βλέπουμε  εικόνες  και αφίσες  από την  κατοχή  καθώς  ακούμε το τραγούδι Κορόιδο Μουσολίνι..Επίσης  βλέπουμε λίγα άρθρα από εφημερίδες.   
Είναι ένα πολύ ωραίο βίντεο που αξίζει να το δείτε.



Η παραπάνω αφίσα σατιρίζει το Μουσολίνι και τους Ιταλούς.
Επίσης δείχνει έναν τσολιά  που με το όπλο του σημαδεύει τον Μουσολίνι. 



Αυτή η γελοιογραφία δείχνει τον Βρετανικό Λέοντα,  δηλαδή την Αγγλία, να λέει στον Έλληνα τσολιά: Φέρε μου τον  κι από δωλιγάκι!  

Βιβλιογραφία:www.mathima.gr

Αλέξης Λυκουρόπουλος




Moυσολίνι άλλαξε γνώμη

Βρε γρουσούζη Μουσουλίνι,
πού’ν’ τα τόσα μεγαλεία,
που ‘ταζες κάθε λιγάκι,
στην καημένη Ιταλία;


Την ετάραξες στην πείνα
κι είναι πια ξελιγωμένη,
μονάχα η δική σου τσέπη,
είναι παραφουσκωμένη.


Τα καημένα τα παιδιά της,
δεν τολμούν να πουν κουβέντα,
τους εράψατε το στόμα,
συ, ο Τζιάνος και η Έλντα.


Μουσουλίνι άλλαξε γνώμη,
έλα πια στα συγκαλά σου,
γιατί έφτασε η ώρα,
να τινάξεις τα μυαλά σου.




















                    
Ο μικρός στρατιώτης, τραγουδά ο Νίκος  Ξυλούρης. Μουσική  Λίνου Κόκοτου, στίχοι Δημήτρη Χριστοδούλου

Νεφέλη Μαλούση




  Η σάτιρα των Ελλήνων για τους κατακτητές

Το ελληνικό έθνος έχει αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες. Όμως πάντοτε ο λαός βρίσκει τρόπο να τις ελαφρύνει διακωμωδώντας τες. Στην Αρχαία Ελλάδα γράφονταν κωμωδίες για τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες όπως οι Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη. Στη Τουρκοκρατία υπήρχαν οι λαϊκοί ήρωες που έκαναν τον κόσμο να γελά με τα μπλεξίματα τους. Ο γνωστότερος απ’ αυτούς είναι ο Καραγκιόζης.
Στη νεότερη Ελλάδα του 2ου παγκοσμίου πολέμου οι Έλληνες κορόιδευαν τους Γερμανούς και τους Ιταλούς με διάφορα αντιστασιακά τραγούδια, σκίτσα αλλά και ταινίες γυρισμένες μετά την απελευθέρωση. Θέλετε να δούμε μαζί μερικά από αυτά?



Εδώ ο Ιταλός κατακτητής δέχεται βροχή από τσαρούχια!!! Τα σχόλια του σκιτσογράφου Ν.Καστανάκη είναι: Ιταλικόν ανακοινωθέν <Η βροχή και η κακοκαιρία μας εμποδίζουν την προέλαση!!!>


Εδώ ο καλλιτέχνης έχει ζωγραφίσει τον Μουσολίνι να κάθεται πάνω στη διαλυμένη μπότα της Ιταλίας!!!




1929 Αλβανία   1943 Ελλάδα



                                                                                                    

                                                             Ανώνυμου
Τρέχα και σε φτάσαμε!!!





Προφανώς ήθελε να στείλει τον καμβά αυτόν στην Ελλάδα για να τον φοβηθούμε! 



Κουράστηκε ο Μουσολίνι… Αρκετά τον εξευτελίσαμε στον πόλεμο. Δεν χρειάζεται να τον εξευτελίσουμε και στο σκοινάκι!!!



Ο Έλληνας, ο Γιουγκοσλάβος και ο Άγγλος ,ενωμένοι, ενάντια στο δράκο του άξονα.


Δομνίκη Μπάρμπαρη





ΚΑΤΟΧΗ



Οι Έλληνες κατά τη διάρκεια της Κατοχής,χωρίς να υπολογίζουν τις σφαγές αθώων ανθρώπων,τις ασθένειες,το λιμό και γενικότερα την τόσο δύσκολη  κατάσταση που υπήρχε τότε,χωρίς να φοβηθούν τον Γερμανό κατακτητή,με τόλμη, χιούμορ και σατιρική διάθεση,σατίριζαν τις δυσκολίες,τα πρόσωπα και τα γεγονότα εκείνης της τόσο τραγικής περιόδου για τους Έλληνες.Στις Αθηναϊκές επιθεωρήσεις,από την αρχή του πολέμου διακωμωδούν τον Μουσολίνι και τον ιταλικό στρατό,με τα έργα "Φούσκωνστον" στο Θέατρο Αλάμπρα και "Νοκ Αουτ" στο "Κεντρικόν"(Αθήνα 1940,'41)Στις "πολεμικές επιθεωρήσεις" η Σοφία Βέμπο ενθουσίαζε τραγουδώντας τη νίκη των "Παιδιών" της Ελλάδος στον ελληνοϊταλικό πόλεμο ή σαρκάζοντας τον Ντούτσε.



Αστεία τραγούδια της Κατοχής



"Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του": http://www.youtube.com/watch?v=5PeA8XP3-FI


"Πω πω τι έπαθε ο Μουσολίνι",  Σοφία Βέμπο: http://www.youtube.com/watch?v=kxW4A2kW3nc


Λ. Κηλαηδόνης, " Γιούπι για για": 



http://www.youtube.com/watch?v=0XZ7r26Epxs




Τζαβέλλας, "Πατάω ένα κουμπί" : 




   

 Σύγχρονες Γελοιογραφίες εμπνευσμένες από την Κατοχή, 

που όμως σατιρίζουν την σημερινή πραγματικότητα
















Ανέκδοτα για την Κατοχή 



Είμαστε στην Γερμανική κατοχή. Τρεις πόντιοι ψάχνουν να κρυφτούν από τους Γερμανούς. Δεν ξέρουν που να πάνε, οπότε καθώς τρέχουν βλέπουν ξαφνικά ένα πηγάδι. Λέει ο ένας:

- Παιδιά εγώ λέω να πέσουμε και να κρυφτούμε εκεί μέσα, έτσι δεν θα μας βρούνε.

- Μα τα πηγάδια κάνουν αντίλαλο έτσι όπως είναι άδεια, διαφωνεί ο δεύτερος, άμα μπούμε μέσα δεν θα κάνουν και θα μας καταλάβουν…

- Έλα βρε βλάκα, λέει ο τρίτος, άμα έρθουν από πάνω και αρχίσουν να μιλάνε, θα λέμε ακριβός ότι λένε και θα είναι σαν αντίλαλος.

Μπαίνουν λοιπόν οι πόντιοι μέσα στο πηγάδι. Κάποια στιγμή καταφθάνουν τρεις Γερμανοί και στέκονται από πάνω. Λέει ο ένας:

- Που να πήγαν αυτοί οι πόντιοι?

- Που να πήγαν αυτοί οι πόντιοι? (αντιλαλούν από κάτω τα ξεφτέρια…)

- Ρε μπας και πήγαν στο βουνό? λέει ο δεύτερος Γερμανός

- Ρε μπας και πήγαν στο βουνό? (λένε οι πόντιοι)

Οπότε γυρίζει άνετος ο τρίτος Γερμανός και λέει:

- Καλά πάμε στο βουνό, αλλά πρώτα να ρίξουμε για σιγουριά μια χειροβομβίδα στο πηγάδι…
- Ρε μπας και πήγαν στο βουνό? … λένε δυνατά οι πόντιοι…



Ήταν ένα Γερμανός, ένας Έλληνας, μία όμορφη κοπέλα και μία γριά σε ένα βαγόνι.
Σε μία στιγμή μπαίνουν σε ένα κατασκότεινο τούνελ και ακούγεται “χλαπ”, ο ήχος μίας σφαλιάρας.
Αμέσως βγαίνουν από το τούνελ και βλέπουν όλοι τον Γερμανό να τρίβει το μάγουλό του.
Σκέφτεται ο Έλληνας: “Ο χαζός ο Γερμανός πείραξε την κοπελίτσα.”
Σκέφτεται ο Γερμανός: “Ο βλάκας ο Έλληνας πείραξε την κοπελίτσα, και εγώ έφαγα το χαστούκι…”
Σκέφτεται η κοπελίτσα: “Μάλλον ο Γερμανός πήγε να πειράξει εμένα, και ακούμπησε την γριά.”
Σκέφτεται η γριά: “Από την κατοχή σου το χρωστούσα, παλιογερμανέ!!! 

Αναστασία Νάστου



Γελοιογραφίες και σκίτσα για τον πόλεμο του 1940

Τις γελοιογραφίες και τα σκίτσα για τον πόλεμο του 1940 τις βρήκα από τον ιστότοπο:

που μας δείχνει με χιουμοριστικό τρόπο τα πάθη των Ελλήνων στη κατοχή και ότι παρόλο αυτά οι Έλληνες δεν το έβαλαν κάτω και αντιμετώπισαν την κατάσταση με ανδρείο αλλά και χιουμοριστικό τρόπο π.χ "Τι να κάνωμε,Ντούτσε μου? Σφαίρα είναι και γυρίζει..."
Διαβάζοντας τις γελοιογραφίες κάποιος μπορεί να καταγράψει την εικόνα στο μυαλό του για τον πόλεμο.

                    Κωνσταντίνα Παπαθανάση





>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>




ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΜΑΘΗΤΩΝ 

Δευτέρα, 6 Φεβρουαρίου 2012

 Με αφορμή δύο διηγήματα του βιβλίου μας, Το Βάνκα του Άντον Τσέχωφ και τον Κωνσταντή της Λίτσας Ψαραύτη, ορισμένοι μαθητές-τριες ανέλαβαν να συλλέξουν πληροφορίες και στοιχεία για το φαινόμενο της παιδικής εργασίας στο σύγχρονο κόσμο. Τις φωτογραφίες ανέλαβε να συγκεντρώσει η μαθήτρια Άννα Σπυρουνάκου.

Η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού

Όλα τα παιδιά έχουν δικαιώματα που προβλέπονται από νόμους και διεθνείς συμβάσεις. Το σημαντικότερο κείμενο για τα δικαιώματα των παιδιών, είναι η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού του 1989 που την έχουν υπογράψει 191 χώρες και είναι νόμος στην χώρα μας.

1: ορισμός

"Παιδιά" θεωρούνται όλα τα κορίτσια και τα αγόρια από 0 έως 18 ετών.

2: απαγόρευση διακρίσεων

Όλα τα παιδιά είναι ίσα. Έχουν δικαίωμα να τα αντιμετωπίζουν χωρίς διακρίσεις λόγω της φυλής, του φύλου, της γλώσσας, της θρησκείας, 
των απόψεων, της περιουσίας, της κατάστασης, των ιδιαίτερων αναγκών ή της εμφάνισής τους.

3: το συμφέρον του παιδιού

Όταν οι μεγάλοι παίρνουν αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, πρέπει να υπολογίζουν πριν από όλα το συμφέρον των παιδιών. Η Πολιτεία πρέπει 
να προστατεύει και να φροντίζει τα παιδιά, αν οι γονείς τους δεν μπορούν να το κάνουν.

4: μέτρα της Πολιτείας

Η Πολιτεία πρέπει να παίρνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εφαρμόζονται τα δικαιώματα των παιδιών.

5: ρόλος γονέων και κηδεμόνων

Οι γονείς ή οι κηδεμόνες ενός παιδιού είναι υπεύθυνοι να το μεγαλώνουν έτσι ώστε να αναπτύσσονται οι ικανότητές του και να το βοηθούν να μάθει
και να ασκεί τα δικαιώματά του.

6: δικαίωμα στη ζωή

Τα παιδιά έχουν δικαίωμα στη ζωή, την επιβίωση και την ανάπτυξη.

7: όνομα και ιθαγένεια

Δικαίωμα κάθε παιδιού είναι να γράφεται στο ληξιαρχείο με τη γέννησή του και να έχει όνομα, επώνυμο και ιθαγένεια, δηλαδή να ανήκει σε μια χώρα.

8: ταυτότητα

Η Πολιτεία πρέπει να βοηθά τα παιδιά να διατηρούν την ταυτότητα, την ιθαγένεια και τις οικογενειακές τους σχέσεις.

9: ζωή και επικοινωνία με τους γονείς

Κάθε παιδί έχει δικαίωμα να ζει μαζί με τους γονείς του, εκτός αν αυτοί ζουν χωριστά, αν δεν μπορούν να το φροντίσουν ή αν πρέπει να απομακρυνθεί από αυτούς για το καλό του. Όταν ζει μακριά από τους γονείς του, το παιδί έχει δικαίωμα να τους βλέπει και να επικοινωνεί μαζί τους, εκτός αν αυτό
είναι αντίθετο με το συμφέρον του.

10: οικογενειακή επανένωση

Αν ένα παιδί ζει σε διαφορετική χώρα από τους γονείς του, έχει δικαίωμα να ξανασμίξει μαζί τους και να μείνουν στο ίδιο μέρος.

11: παράνομες μετακινήσεις στο εξωτερικό

Τα παιδιά πρέπει να προστατεύονται από κάθε παράνομη απομάκρυνσή τους από τη χώρα στην οποία ζουν.

12: ελευθερία γνώμης

Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους. Οι μεγάλοι πρέπει να ακούν και να παίρνουν σοβαρά υπόψη τους τη γνώμη 
των παιδιών για θέματα που τα αφορούν, ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά τους.

13: ελευθερία έκφρασης

Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να αναζητούν, να μαθαίνουν και να μεταδίδουν πληροφορίες και ιδέες, και να εκφράζονται ελεύθερα, μέσα από τον γραπτό 
ή προφορικό λόγο, την τέχνη ή άλλους τρόπους, αρκεί να σέβονται τα δικαιώματα των άλλων.

14: ελευθερία σκέψης και θρησκείας

Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να σκέφτονται ελεύθερα και να πιστεύουν σε μια θρησκεία.

15: ελευθερία συνάντησης και ομαδικής συνεργασίας

Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να συναντιόνται, να συνεργάζονται και να συμμετέχουν σε συγκεντρώσεις, αρκεί να μην παραβιάζουν τα δικαιώματα 
των άλλων.

16: ιδιωτική ζωή

Κανείς δεν μπορεί να επεμβαίνει αυθαίρετα ή παράνομα στην ιδιωτική ζωή, την οικογένεια, την κατοικία ή την αλληλογραφία ενός παιδιού,
ούτε να προσβάλλει την τιμή και την υπόληψή του.

17: πληροφόρηση

Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να μαθαίνουν τι συμβαίνει γύρω τους από τα μέσα ενημέρωσης (εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση, ηλεκτρονικά μέσα).
Η Πολιτεία πρέπει να ενθαρρύνει τα μέσα να διαδίδουν χρήσιμες πληροφορίες και να προστατεύουν τα παιδιά από ό,τι μπορεί να τα βλάψει.

18: ευθύνες και υποστήριξη γονέων

Οι γονείς ή κηδεμόνες ενός παιδιού έχουν τη ευθύνη της ανατροφής και της ανάπτυξής του. Η Πολιτεία πρέπει να τους βοηθά σε αυτή την αποστολή 
και να εξασφαλίζει τη δημιουργία υπηρεσιών φροντίδας για τα παιδιά.

19: βία, παραμέληση, εκμετάλλευση

Τα παιδιά πρέπει να προστατεύονται από κάθε μορφή βίας, προσβολής, παραμέλησης, εγκατάλειψης, σωματικής, ψυχολογικής, πνευματικής 
ή σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης, όσο βρίσκονται στην ευθύνη των γονιών ή των κηδεμόνων τους ή άλλων προσώπων στα οποία αυτοί 
τα έχουν εμπιστευθεί.

20: εναλλακτική επιμέλεια

Όταν ένα παιδί δεν ζει με την οικογένειά του ή αυτή δεν μπορεί να το φροντίσει, έχει δικαίωμα ειδικής προστασίας και βοήθειας, μέσα από θεσμούς όπως
η υιοθεσία, η φιλοξενία σε ανάδοχη οικογένεια ή σε κατάλληλη στέγη / ίδρυμα.

www.unicef.gr

                                                                                                      Γιάννης Σταυρούλης Α3
 ΠΑΙΔΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ


     Στην Ελλάδα, εκτιμάται ότι κάθε χρόνο 10.000 παιδιά εγκαταλείπουν το σχολείο και μάλιστα την υποχρεωτική εκπαίδευση. Τα στοιχεία για την παιδική εργασία, που αναφέρονται δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική εικόνα, καθώς δεν υπάρχει συστηματική παρακολούθηση του φαινομένου στην πλειοψηφία των κρατών, όπως και στη χώρα μας. Άλλωστε, οι αριθμοί δεν θα μπορούσαν να είναι ακριβείς όταν καταμετρούν παιδικές ψυχικές «πληγές». Τις περισσότερες, μάλιστα, φορές υπεύθυνοι είναι οι ίδιοι οι γονείς, όπως επιβεβαιώνει και το «Χαμόγελο του Παιδιού». Γονείς, για τους οποίους η τιμωρία δεν ήρθε ποτέ. Φαίνεται πως η πραγματικότητα κατέστησε επιτακτική την ανάγκη για την καθιέρωση της 12η Ιουνίου ως την Παγκόσμια Ημέρα κατά της παιδικής εργασίας και ειδικότερα κατά του περιορισμού της παράνομης διακίνησης παιδιών, από το Διεθνή Οργανισμό Εργασίας.
     Η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Παιδικής Εργασίας εορτάζεται κάθε χρόνο στις 12 Ιουνίου. Καθιερώθηκε από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασία, με στόχο την καταπολέμηση της παιδικής εργασίας και πιο συγκεκριμένα τον περιορισμό της παράνομης διακίνησης παιδιών. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο, περίπου 1,2 εκατομμύρια παιδιά πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης ενός καλά οργανωμένου δικτύου, που έχει στήσει μια γέφυρα μεταφοράς παιδιών από τις αναπτυσσόμενες στις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες.Η 12η Ιουνίου είναι, επίσης, αφιερωμένη στα παιδιά της αφρικανικής ηπείρου, που στην πλειοψηφία τους εργάζονται από πολύ τρυφερές ηλικίες και κάτω από αντίξοες συνθήκες.Το 1999 οι περισσότερες χώρες - μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας υπέγραψαν μια συμφωνία που υποχρέωνε όλες τις πλευρές να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα, προκειμένου να περιοριστεί το φαινόμενο της παιδικής εργασίας. Έως σήμερα, όμως, τα αποτελέσματα αυτής της συμφωνίας δεν έχουν γίνει ορατά.Σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, ένα στα έξι παιδιά του πλανήτη εργάζεται σε κάποιο περιβάλλον που βλάπτει την ψυχική και σωματική του υγεία. 73 εκατομμύρια από τα εργαζόμενα παιδιά είναι ηλικίας κάτω των δέκα ετών και κάθε χρόνο τουλάχιστον 22 χιλιάδες από αυτά σκοτώνονται σε εργατικά ατυχήματα.Περίπου 171 εκατομμύρια παιδιά στον πλανήτη εργάζονται σε ορυχεία, λατομεία και άλλους επικίνδυνους χώρους δουλειάς ή με επικίνδυνα υλικά, όπως χημικά, εντομοκτόνα ή βαρύ μηχανικό εξοπλισμό, αναφέρει έκθεση της UNICEF. Περιλαμβάνονται στα κατ' εκτίμηση 246 εκατομμύρια εργαζόμενα παιδιά, κάτω των 18 ετών, τα οποία κανονικά θα έπρεπε να μορφώνονται στις σχολικές αίθουσες, αποκτώντας εφόδια για μια καλύτερη ζωή.«Παιδιά ακόμη και πέντε ετών δουλεύουν εξοντωτικά ωράρια, εξορύσσοντας βράχια, χρυσάφι, διαμάντια και πολύτιμα μέταλλα στην Αφρική, στην Ασία και τη Νότια Αμερική, διατρέχοντας μόνιμο κίνδυνο να πεθάνουν λόγω εργατικού ατυχήματος, να τραυματισθούν ή να μετατραπούν σε χρονίως ασθενή.Η «Γιούνισεφ» ξεκίνησε κοινή προσπάθεια με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας σε φτωχές χώρες του πλανήτη, με στόχο τον τερματισμό της εργασίας παιδιών σε ορυχεία και λατομεία και την εγγραφή τους σε σχολεία.Στην Ελλάδα, περί τα 50.000 ανήλικα παιδιά δουλεύουν σε μαγαζιά, βιοτεχνίες, εργοστάσια, αγροτικές εργασίες, ενώ κάθε χρόνο 10.000 παιδιά εγκαταλείπουν την υποχρεωτική εκπαίδευση και χάνουν το δικαίωμά τους σ' ένα μέλλον ίσων ευκαιριών

                                                                                                    Σπύρος Τσιρίμπας, Α3

«ΠΑΙΔΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ» 
     
          Για 100 εκατομμύρια παιδιά στον κόσμο αυτές τις χρονιές δεν χτυπάνε τα κουδούνια στα σχολεία πολύ απλά γιατί δεν πηγαίνουν  στο σχολείο επειδή δουλεύουν. Πάνω από 246 εκατομμύρια παιδιά (ηλικίας 5 έως 17 ετών) στον κόσμο εργάζονται. Δυστυχώς αντίθετα από το ότι θα νόμιζαν πολλοί το φαινόμενο των εργαζόμενων παιδιών και των παιδιών  που δεν πάνε σχολείο δεν είναι άγνωστο και στην χώρα μας. Το μέλλον αυτών των παιδιών διαγράφεται καθώς δεν τους δίνεται η δυνατότητα να αναπτύξουν τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους.  Επίσης  τους είναι άγνωστο το δικαίωμα για το παιχνίδι και την μόρφωση. Κάποια δουλεύουν σε θορυβώδη και επικύνδινα εργοστάσια, άλλα στα χωράφια απ’ την αυγή ως το σούρουπο και άλλα δουλεύουν στα σπίτια ως οικιακοί βοηθοί ή σε διάφορες βιομηχανίες. Αυτό γίνεται συχνά με κάποια μορφή σκλαβιάς. Κάποια τραυματίζονται ή άλλα πεθαίνουν πριν καν την εφηβεία. Και ας μην ξεχνάμε τα ψυχολογικά τραύματα και την καθυστέρηση  στη πνευματική και σωματική ανάπτυξη ενός παιδιού που δουλεύει.
Ο κυρίαρχος λόγος της παιδικής εργασίας είναι κυρίως οικονομικού παράγοντα και αυτό γίνεται φανερό αν εξετάσει κανείς την οικογενειακή προέλευση των παιδιών. Πρόκειται κυρίως για παιδιά οικονομικά ασθενέστερων τάξεων και σε μεγάλο ποσοστό πρόσφυγες.
    Τα παιδιά δεν έχουν σε όλες τις περιπτώσεις αυτή τους την ανεμελιά, το παιχνίδι και τα ξένοιαστα μαθητικά χρόνια αφού εκατομμύρια παιδιά σε όλο τον κόσμο χάνουν νωρίς το παιδικό τους χαμόγελο και αναγκάζονται από την τρυφερή τους ηλικία να ενταχθούν στον σκληρό κόσμο της εργασίας.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ                                                                  XΡΙΣΤΙΝΑ ΧΑΛΚΟΥ
www.kathimerini.gr                           
www.unicef.gr
www.eco-crete.gr

>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>


18 Δεκεμβρίου 2011

Ν. Καζαντζάκης, Η Νέα Παιδαγωγική

Στο αυτοβιογραφικό αυτό κείμενο ο συγγραφέας ανακαλεί αναμνήσεις από τα μαθητικά του χρόνια, κυρίως από την πρώτη του μέρα στο σχολείο και το δάσκαλο της τετάρτης δημοτικού. Οι μαθητές παρατήρησαν αμέσως και σχολίασαν τις διαφορές ανάμεσα στις παιδαγωγικές μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι δάσκαλοι τα παλαιότερα χρόνια και τον τρόπο διδασκαλίας αλλά και τις σχέσεις μαθητών και καθηγητών σήμερα. Με αφορμή τις συζητήσεις στην τάξη, ανέλαβαν την ακόλουθη εργασία: Ζητήστε από τους γονείς ή τους παππούδες σας να σας διηγηθούν αναμνήσεις από τα  μαθητικά τους χρόνια και συγκρίνετε τις εμπειρίες τους από το σχολείο  με τις δικές σας σήμερα.
Γ. Σαμιώτη
Ξύλο στο σχολείο

«Τι μου θύμησες!» είπε η μαμά μου, όταν της είπα για την εργασία. 
«Τι σου θύμισα;» ρώτησα εγώ.      
«Αναμνήσεις καλές και κακές», απάντησε η μητέρα μου.                                 
 «Άκου και θα καταλάβεις» μου είπε και συνέχισε.
«Εγώ ήμουν από τα παιδιά που είναι χαμηλών τόνων και οι δάσκαλοι δεν τα γνωρίζουν, γιατί δεν βγάζουν λαλιά στην τάξη. Δεν έκανα φασαρία, αλλά ούτε είχα φίλους για να μιλήσω μες στο μάθημα. Παρ’ όλα αυτά, έφαγα ξύλο, αλλά έγραψα και γραπτές τιμωρίες. Α! Και δύο φορές, θυμάμαι μου είχαν βάλει στο στόμα κιμωλία.
«Κιμωλία»! την διέκοψα άθελά μου.
«Πότε έφαγες κιμωλία»; ρώτησα.
«Στην έκτη. Ξέρεις, στις πιο μεγάλες τάξεις υπήρχαν άλλα είδη τιμωριών. Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή. Λοιπόν που λες στην πρώτη τάξη έφαγα ξύλο στις παλάμες με ξύλινη βέργα, που έπειτα έσπασε, γιατί γύρισα και χαμογέλασα στη διπλανή μου. Στη Δευτέρα δημοτικού, όλους η δασκάλα μας χτύπησε στα δάχτυλα με μεταλλικό χάρακα, γιατί δε μαρτυρήσαμε ποιος σφύριξε μέσα στην τάξη. Θυμάμαι στην Τρίτη τάξη, που ο δάσκαλος είχε πει σε ένα παιδί να του φτιάξει μια ξύλινη βέργα και ύστερα αυτός τη δοκίμασε πάνω στο παιδί, χτυπώντας το με τη βέργα, αλλά και με το πόδι του. Ακόμα, ο ίδιος μια φορά με είχε σηκώσει από την κοτσίδα, γιατί ξέχασα να βάλω κορδέλα. Στη Τετάρτη δεν είχα κάνει μια άσκηση και έτσι είπα ψέματα, ότι δεν πρόλαβα, γιατί ήμουν στη γιαγιά μου. Ο δάσκαλος είπε ότι θα  έπαιρνε τηλέφωνο σπίτι. Τα είπα όλα αυτά τα ψέματα για την άσκηση στον παππού και τον παρακάλεσα να πει ότι όντως ήμασταν στη γιαγιά μου."
«Και πήραν από το σχολείο»; ρώτησα.
«Αμέ! Αλλά ο παππούς με κάλυψε. Στην Πέμπτη απλά έγραφα γραπτές τιμωρίες και στην έκτη όπως σου είπα μου έβαλαν κιμωλίες στο στόμα. Αυτά τα λίγα έπαθα στο δημοτικό».
«Λίγα τα λες αυτά»; αναρωτήθηκα.
«Πολύ λίγα, που να δεις άλλοι τι έπαθαν» είπε η μαμά τελειώνοντας.
«Ουφ! Ευτυχώς, ο τρόπος εκμάθησης έχει αλλάξει τώρα. Δεν βαράνε οι δάσκαλοι τα παιδιά, αλλά απλά μας λένε να μην το ξανακάνουμε ή αν τους φτάσουμε στα όρια, μπήγουν και καμιά φωνή. Και μας τιμωρούν μόνο αν είναι κάτι τραγικό. Όχι επειδή κοιτάξαμε το διπλανό μας ή δε βάλαμε κορδέλα στα μαλλιά. Ευτυχώς δηλαδή» είπα.
«Ευτυχώς, δε λες τίποτα. Άντε τώρα πολλά είπαμε πήγαινε να γράψεις».
«Ωωω, σε λίγο» ξεφώνησα βαριεστημένα.
«Καλά, εντάξει».


                                                                   Mαρία Χαντζαρίδου


 
Η σκληρή τιμωρία

Ο παππούς μου έχει μια τρομακτική εμπειρία από το σχολείο της εποχής του, που παρόλο που πέρασαν τόσα χρόνια, δε φαίνεται να την ξεχνάει. Και λογικό είναι, καθώς ο κολλητός του φίλος ο Τάκης τραυματίστηκε πολύ άσχημα.
Μου διηγήθηκε πως ήταν στα μέσα της σχολικής χρονιάς και ήταν η ώρα των Μαθηματικών. Ο φίλος του παππού μου έλυνε μια άσκηση στον πίνακα. Η άσκηση ήταν λανθασμένη και ο δάσκαλος απογοητευμένος, παρατήρησε τον κ. Τάκη: "Αμάν Καραμανώλη! Πάλι λάθος έκανες τη διαίρεση!". Τότε ο κ.Τάκης έκανε ένα μοιραίο λάθος: αντιμίλησε! Είπε δηλαδή στο δάσκαλο: "Εντάξει κ.δάσκαλε. Άνθρωπος είμαι και έκανα λάθος! Εσείς δε κάνετε ποτέ λάθη;" Ο δάσκαλος θύμωσε. Έγινε κατακόκκινος ! Πήρε το χάρακα και άρχισε να χτυπάει τον κ.Τάκη. Ασταμάτητα! Αφού ξέσπασε όλο το θυμό του, σταμάτησε και είδε πως ο κ.Τάκης δεν είχε ρίξει ούτε σταγόνα κλάματος. Κι έτσι έγινε το κακό... αυτό για το οποίο έχω γράψει ως τώρα τόσες σειρές κείμενο. Ο κ. Τάκης είχε μακρυά μαλλιά εκείνη την εποχή. Γι'αυτό ο δάσκαλος τον άρπαξε από τις φαβορίτες και τον σήκωσε στον αέρα! Θα τον είχε σηκώσει γύρω στα δέκα εκατοστά από το έδαφος ώσπου του'κοψε μια τούφα απ'τα μαλλιά του και πίσω από αυτή την τούφα ήταν ένα γδαρμένο κεφάλι...
Αυτή ήταν η χειρότερη εμπειρία του παππού μου στο σχολείο.

                                                       Σπύρος Τσιρίμπας


<<Το σχολείο τότε και τώρα>>


    Όταν η μαμά μου ήταν στη Β' Δημοτικού, είχαν μια δασκάλα που τους μάθαινε κανόνες τονισμού . Τότε τα παιδιά είχαν το πολυτονικό σύστημα και ελέγχονταν στον πίνακα στην ορθογραφία. Η μητέρα μου είχε μπερδέψει δύο λέξεις και τις τόνιζε λανθασμένα. Τότε η δασκάλα θύμωσε και της έδωσε ένα δυνατό χαστούκι. Πολλές φορές οι δάσκαλοι χτυπούσαν τα παιδιά, γιατί πίστευαν ότι με το ξύλο μπορούσαν να τα διαπαιδαγωγήσουν. Έκαναν, όμως, πολλές εργασίες στο σχολείο με το δάσκαλο:τραγουδούσαν, ζωγράφιζαν, χόρευαν, φύτευαν στην αυλή παρτέρια με λουλούδια, ενώ οι δασκάλες μάθαιναν στα κορίτσια κέντημα και κανόνες καλής συμπεριφοράς και γνώσεις σχετικά με τη ζωή της γυναίκας στο σπίτι . Αγόρια και κορίτσια φορούσαν ποδιά και οι δάσκαλοι πρόσεχαν την καθαριότητα των παιδιών. Το σχολείο λειτουργούσε πρωί-απόγευμα και γινόντουσαν μαθήματα και το Σάββατο. Ο δάσκαλος ή η δασκάλα έκανε όλα τα μαθήματα στο δημοτικό ακόμα και τη γυμναστική. Ξένες γλώσσες δεν διδάσκονταν στο σχολείο,ενώ δεν έμπαιναν εύκολα βαθμοί, γι'αυτό και πολλά παιδιά έμεναν στην ίδια τάξη και την επαναλάμβαναν. Το αποτέλεσμα του δημοτικού οδηγούσε στην αγορά εργασίας. Συγκρίνοντας την εποχή της μητέρας μου με την δική μου βλέπουμε ότι πολλά πράγματα έχουν αλλάξει:Τα παιδιά δεν φορούν πλέον ποδιές, δεν γίνονται μαθήματα το Σάββατο και τα σχολεία είναι τα περισσότερα πρωινά. Δεν υπάρχει πια σωματική τιμωρία και στο δημοτικό υπάρχουν πολλοί δάσκαλοι για κάθε μάθημα. Σήμερα τα παιδιά μαθαίνουν από την πρώτη τάξη αγγλικά, ενώ στην Ε'Δημοτικού διδάσκονται και δεύτερη ξένη γλώσσα. Το απολυτήριο του δημοτικού δεν έχει καμία αξία,ενώ οι βαθμοί δεν ανταποκρίνονται στην πραγματική αξία ενός μαθητή. Στη Γλώσσα δεν επιμένουν στην εκμάθηση κανόνων γραμματικής και συντακτικού, ενώ η κατάργηση του πολυτονικού συστήματος οδήγησε σε γενιές ανορθόγραφων παιδιών.

                                               Καλλιόπη Σύρου

>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>

17 Δεκεμβρίου 2011

Ακολουθεί διαφήμιση...

Η παρακάτω εργασία έγινε από δύο μαθητές του Α3 στην έκτη τάξη του δημοτικού σχολείου. Πρόκειται για μια  διαφήμιση οδοντόκρεμας εμπνευσμένη από την ιστορία του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας. Ο Σπύρος Τσιρίμπας έγραψε το κείμενο και η Τόνια Σπυριδάκη ζωγράφισε τις εικόνες. Η μητέρα του Σπύρου την έφερε στην τάξη να τη δω και επειδή μου φάνηκε έξυπνη και αστεία σας την παρουσιάζω. 
 Γ. Σαμιώτη





 
>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>>

4 Δεκεμβρίου 2011

Λέων Τολστόι, Ο παππούς και το εγγονάκι

Όταν ολοκληρώσαμε την επεξεργασία του κειμένου, συζητήσαμε στην τάξη για τους δικούς μας παππούδες και τις σχέσεις τους μαζί μας και τα παιδιά ανέλαβαν την ακόλουθη εργασία: Να αφηγηθείτε μια αγαπημένη καθημερινή ασχολία ή μια αγαπημένη ανάμνηση από τον παππού και τη γιαγιά σας. Διαβάσαμε τις εργασίες στην τάξη και επιλέχθηκαν ορισμένες από αυτές για να παρουσιαστούν στο ιστολόγιο.

Γ. Σαμιώτη

 
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ

    Με τον παππού μου και την γιαγιά μου μένουμε στο ίδιο σπίτι άρα όλη μέρα, κάθε μέρα είμαστε μαζί. Όποτε έχουμε και πολλές συνήθειες.
  Όταν γυρνάω από το σχολείο, τους λέω πως πέρασα τη μέρα μου. Τι έγινε στο σχολείο, στην τάξη, με τα μαθήματα και με τους φίλους μου. Με τον παππού μου συζητάμε τα πάντα. Με συμβουλεύει, με βοηθάει και περνάμε πολλές ώρες συζητώντας για πάρα πολλά θέματα. Παίζουμε τάβλι, χαρτιά αλλά η αγαπημένη μου συνήθεια είναι να τους βοηθάω στο μαγείρεμα.
  Άλλη μια συνήθεια που έχουμε με τον παππού και την γιαγιά είναι να πηγαίνουμε κάθε σαββατοκύριακο στο γήπεδο. Παίζω δύο ποδοσφαιρικούς αγώνες κάθε σαββατοκύριακο και δεν έχουν χάσει ούτε έναν αγώνα αλλά πηγαίναμε και βλέπουμε κι άλλους αγώνες όλοι μαζί.
  Αν δεν έχουμε αγώνα πάμε στο γήπεδο όλοι μαζί με τον παππού, την γιαγιά, την μαμά, τον αδερφό μου και τα ξαδέρφια μου και παίζουμε μπάλα. Ο παππούς μου μας βοηθάει και μας προπονεί στα σουτ και στις κεφαλιές.
     Περνάμε τέλεια μαζί και τους αγαπώ πολύ.  

                                                                                                Χρήστος Φωτιάδης, Α3



                                                  Αντωνία Σπυριδάκη, Α3
 


 Μεγαλώνοντας με τη γιαγιά μου


Συγκεκριμένα, έχω μια αγαπημένη γιαγιά η όποια με φρόντισε για 6 χρόνια στη Ρουμανία όταν οι γονείς μου ήταν στην Ελλάδα και δούλευαν. Μου έλειπαν οι γονείς μου αλλά μου άρεσε να είμαι με την γιαγιά μου. Μου άρεσε να την βοηθάω με το μαγείρεμα, να την βοηθάω στο χωράφι, να βλέπουμε τηλεόραση μαζί και άλλα. Μου έλεγε κάθε βράδυ ιστορίες και μου μάθαινε ποιήματα αλλά τα ξέχασα τώρα. Μετά από 6 χρόνια οι γονείς μου είχαν την οικονομική δυνατότητα να με πάρουν στην Ελλάδα εγώ όμως δεν ήθελα, ήθελα να μείνω με την γιαγιά μου. Μου είπαν ότι θα έρθει και η γιαγιά μου μαζί, αλλά δεν ήρθε. Βέβαια, μετά από 6 χρόνια με πολύ κόπο και χρόνο και χρήμα ήρθε και η γιαγιά στην Ελλάδα. Σήμερα μένει μαζί μας και ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτά που έκανε για μένα.
                                                                                                                                                Ντάμιαν Ποκλιτάρ, Α3  
    

Μια χριστουγεννιάτικη βόλτα με τον παππού 
και τη γιαγιά

Θυμάμαι πριν τρία χρόνια που ήταν Χριστούγεννα και πήγαμε με τη γιαγιά και τον παππού μου στην Αθήνα για να δούμε το τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο. Στην αρχή μπήκαμε στο μετρό και ήμουν ενθουσιασμένος.’Οταν φτάσαμε είδαμε το τεράστιο δέντρο που ήταν εντυπωσιακό με πολλά στολίδια.Μετά πήγαμε στο χωριό του ‘Αη-Βασίλη και είδαμε φουσκωτά, ξωτικά, ξυλοπόδαρους, ζαχαρωτά. Είχε πολλά χαρούμενα πρόσωπα, όπως εγώ και τ’ αδέρφια μου. Στο τέλος πήγαμε σε ένα πάρκο που είχε λιμνούλες με πάπιες, κότες, παπαγάλους, άλογα, κ.ά. ‘Ηταν μια υπέροχη βόλτα και δεν θα την ξεχάσω ποτέ.
  
                                                             Αντώνης Πρόφης, Α3




27 Νοεμβρίου 2011

Λ. Σεπούλβεδα, Το μαύρο κύμα
 
"Το μαύρο κύμα" από το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα Η Ιστορία ενός γάτου που έμαθε σε ένα γλάρο να πετά. Το βιβλίο αυτό έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει γίνει ταινία κινουμένων σχεδίων.

Τα παιδιά του Α3 έγραψαν τη δική τους φανταστική συνέχεια της ιστορίας που διαβάσαμε στην τάξη.

Η Αντωνία Σπυριδάκη έγραψε τη συνέχεια της ιστορίας και την εικονογράφησε με δικά της σχέδια. Ιδού το αποτέλεσμα:






Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τα σχολικά χρόνια των παππούδων μας (1950-1960) Β΄ Μέρος

Τα σχολικά χρόνια των γονιών μας (1970-1980)

30 χρόνια μετά.... η συνάντηση δύο φίλων