30 χρόνια μετά.... η συνάντηση δύο φίλων

Αργήσαμε αλλά τα καταφέραμε... Μετά το διήγημα του Α. Τσέχωφ "Ο Παχύς και ο αδύνατος" τα παιδιά του Γ1 και του Γ2 έγραψαν μια φανταστική ιστορία, την υποτιθέμενη συνάντηση, μετά από 30 χρόνια, με έναν παλιό τους συμμαθητή. Πολλά κείμενα ήταν καταπληκτικά και είχαν πολύ γέλιο, αλλά δυστυχώς οι δημιουργοί τους δεν τα δακτυλογράφησαν. Οπότε σας παροουσιάζουμε όσα έχουμε στα χέρια μας...


Ύστερα από 30 χρόνια....

Καθώς περπατούσα ήρεμα στον δρόμο, μπας και βρω κανένα φράγκο, συναντάω τον φίλο μου, τον Στέφανο.
-Στέφανε, εσύ είσαι, πώς είσαι ρε χαμένη ψυχή, καλά; Η οικογένεια καλά;
-Δόξα τον θεό όλα πηγαίνουν ρολόι, εσύ πως είσαι; καλά; Έχεις δουλεία;
  • Εγώ; (όχι που δεν θα ρώταγες). Ναι έχω.
  • Που;
  • Στον ΟΑΕΔ.
  • Α, πολύ ωραία, μα καλά με μέσον μπήκες; Eίναι πολύ δύσκολο.
  • Ε, βεβαία.
  • Ποιος σε έβαλε, ρε φίλε;
  • Ο κύριος οικονομική κρίση, πολύ ωραίος τύπος , είναι γνωστός για την δουλειά του, να φανταστείς άλλοι 10.000 άνθρωποι έχουν μπει στον ΟΑΕΔ, με την βοήθεια του βέβαια, πολύ καλός! Εσύ δουλειά έχεις;
  • Έχω. Δουλεύω σε τράπεζα, γενικός διευθυντής παρακαλώ!
  • Μάλιστα, εσένα μάλλον δε σε έβαλε ο κύριος οικονομική κρίση. Πω πω! Άργησα, πρέπει να πάω στην δουλειά μου. Να τα ξαναπούμε κάποτε, αντίο.

Δημήτρης Κούρος, Γ2

                Όλα άρχισαν κάπως έτσι… 

  Μεσημεράκι μέσα στον καύσωνα. Γυρίζω από τη δουλειά μου σχεδόν νεκρός από την κούραση, ανυπομονώντας να σφίξω στην αγκαλιά τη γυναίκα μου και τα παιδιά που με περιμένουν με ανυπομονησία να γυρίσω, γιατί είχαν να με δουν μια βδομάδα καθώς έλειπα σε άσκηση στο Αιγαίο. Ξαφνικά, στη διασταύρωση βλέπω ένα φορτηγάκι  να έρχεται κατά πάνω μου και να μου χτυπά με τον προφυλαχτήρα την πόρτα. Ο οδηγός ανοίγει την πόρτα και κατεβαίνει κάτω βρίζοντας. «Καλά ρε μεγάλε, τόσο στραβούλιακας είσαι; Δε βλέπεις μπροστά σου κοτζάμ κόκκινο φανάρι; Πού πας έτσι χύμα στο κύμα;» Ανοίγω την πόρτα και κατεβαίνω κάτω ξαφνιασμένος μα κι εκνευρισμένος με τον απότομο τόνο του τυπά που απ' ότι φαίνεται είναι φορτσάτος και έτοιμος για μεγάλα μπουνίδια. «Εντάξει ρε φιλαράκι τώρα να πούμε κούλαρε, δεν έγινε και τίποτα το σοβαρό» του απαντώ με ψυχραιμία μα και μ’ έναν τόνο ειρωνείας. «Δεν έγινε και τίποτα το σοβαρό;;;; Έχεις το θράσος να μου πεις ότι δεν έγινε και τίποτα το σοβαρό κιόλας;;; Κοίτα τι έκανες!!! Μου ρήμαξες τον προφυλαχτήρα, το φτερό και σαν να μην έφτανε αυτό μου έσπασες και το φανάρι, ΑΧΡΗΣΤΕ!!!!» συνέχισε αυτός απτόητος και κατακόκκινος απ’ τα νεύρα του. «Φρόντισε να ηρεμήσεις λίγο! Έλα ν’ ανταλλάξουμε στοιχεία να σου κάνω μια δήλωση στην ασφάλεια και να ησυχάσω μια και καλή απ’ την πάρτη σου». Έτσι λοιπόν δώσαμε τα διπλώματα ο ένας στον άλλο. Και τι να δω… το δίπλωμά του γράφει: ΔΡΑΚΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ του ΝΙΚΟΛΑΟΥ. Τον κοιτάζω καλά καλά λέγοντας: «Συγγνώμη φίλε πήγαινες στο 2ο Γυμνάσιο Ελληνικού;» «Ναι, αλλά αυτό που κολλάει;»  «Είμαι ο Αντρέας ρε, που καθόμασταν μαζί στο ίδιο θρανίο αν θυμάσαι»  «Είσαι εκείνο το παιδί με τα γυαλιά που μου’ χε σπάσει τα νεύρα με τις ημερομηνίες των διαγωνισμάτων;» με ρωτά ξαφνιασμένος. «Ναι, εγώ είμαι με θυμάσαι;» «Μπα, αποκλείεται πλάκα μου κάνεις, δεν παίζει να είσαι εσύ. Δε του φέρνεις καθόλου» μου απαντά αποκλείοντας κάθε ενδεχόμενο να με ξέρει. "Μάλλον μισό λεπτό. Έχω κρατήσει το πρόγραμμα των εξετάσεων της Β΄ Γυμνασίου. Ήταν πολλά τα διαγωνίσματα και μαζεμένα και μου είχαν σπάσει τα νεύρα. Το κράτησα για να ρίχνω μούντζες στη Διαμαντοπούλου που τα είχα φτύσει εξαιτίας της. Πότε λοιπόν είχαμε γράψει Φυσική τελικές εξετάσεις;» με ρωτά μ’ ένα στυλ 'σιγά τώρα μην απαντήσει'. Σκέφτομαι λίγο… «6 Ιουνίου 2011 μέρα Δευτέρα». «Ήμαρτον κύριε! Τώρα δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Τι κάνεις;» «Καλά είμαι ρε παλιόφιλε» του απαντώ και αγκαλιαζόμαστε συγκινημένοι. «Τι έγινε, έχεις παιδιά;» «Ναι δυο, τον Νίκο και τη Μαρία εσύ;» «Εγώ τον Γιάννη και τον Αλέξη» «ρε συ τον Δήμο που καθόταν πίσω μας με τον Άρη και σου μίλαγε συνέχεια για φλέβες και ήθελες να ξεράσεις τον θυμάσαι;» «Αν θυμάμαι λέει, μεγάλο μπουμπούκι. Τον είδα πριν από κανα δίμηνο. Καλά είναι» «Απ’ ότι βλέπω ασχολείσαι με υπολογιστές. Σε θυμάμαι ρε μπαγάσα, από μικρός τα γούσταρες αυτά.» «Ναι, εσύ Άντριους με τι ασχολείσαι;» «Ταξιδεύω. Είμαι ναυτικός. Δύσκολο επάγγελμα, αλλά το γουστάρω τρελά!! «Να κανονίσουμε ρε φλε να πάμε για κανα καφέ να τα πούμε.» «Θυμάσαι τις τσογλανιές μας στο  Γυμνάσιο;» «Ποο ναι ρε Αντρίκο! Τι πλάκα ήταν αυτή!! Απίστευτα ήταν!!!» «Άντε ρε Στελάρα να κανονίσουμε όποτε θες να τα πούμε.» 
   Έτσι λοιπόν φύγαμε χαρούμενοι μα και συγκηνημένοι που θυμηθήκαμε τα παλιά…

Αντρέας Δημητρακόπουλος, Γ1
 

 
Μια ηλιόλουστη μέρα, σκέφτηκα να πάω μια βόλτα στην θάλασσα. Όλα ήταν μια χαρά μέχρι την στιγμή που όταν θέλησα να στρίψω στο φανάρι ξαφνικά ένα αυτοκίνητο με τράκαρε. Τότε, όλο νεύρα βγαίνω από το αμάξι μου για να ξεκαθαρίσουμε ποιος είχε δίκιο. Εκείνη την στιγμή αντικρίζω μια ψηλή γυναίκα με γαλανά μάτια έτοιμη να πιαστούμε στα χέρια. Αλλά όταν καθίσαμε ήρεμα και συζητήσαμε, ηρεμήσαμε και καλέσαμε την οδική βοήθεια. Όταν  χρειάστηκε να την ρωτήσω το όνομά της μου απάντησε Μιχαέλα  Καραγιάννη. Εγώ, εννοείται, έχω μείνει άφωνη και την ρωτάω:
-Συγνώμη Μιχαέλα Καραγίαννη είπες;
-Α, τώρα είσαι και κουφή;
Εγώ και νευριασμένη αλλά και ενθουσιασμένη την ρωτάω αν πήγαινε στο δεύτερο Γυμνάσιο Ελληνικού. Εκείνη απορημένη από πού την γνωρίζω,με ρωτάει:
-Γνωριζόμαστε;
-Ναι, είμαι η φίλη σου η Στελλίνα από το Γυμνάσιο.
-Έλα βρε Στελλίνα, εσύ είσαι; Πώς  άλλαξες έτσι;
-Ε, δεν θα άλλαζα και εγώ; Εσύ  πάντως ίδια και απαράλλακτη, έμεινες, μέσα στο τσαμπουκά και στα νεύρα.
-Ε, κάποια πράγματα δεν αλλάζουν.
-Ναι το βλέπω, ολόκληρο  κουρκουλούκι  έγινες και ακόμα η ίδια γαϊδούρα έμεινες.
-Στελλίνα, κράτα επίπεδο.
-Εσύ τι κάνεις, που δουλεύεις;
-Τι σου έλεγα ότι θέλω να γίνω;
-Έλα ρε γιατρός είσαι;
-Ναι, χειρούργος και σε 2 μήνες, πρώτα ο θεός, θα γίνω και η διευθύντρια του νοσοκομείου που εργάζομαι.
-Πλάκα κάνεις, εγώ είμαι απλά μια κτηνίατρος. Σιγά, την υγεία μας να έχουμε και όλα κανονίζονται.
-Έτσι  είναι τα πράγματα, εσύ έχεις παντρευτεί ή έμεινες γεροντοκόρη;
-Ναι, καλά ονειρέψου… έχω 3 παιδιά και είμαι παντρεμένη πολλά χρόνια.
- Βλέπω πάντως έχεις μείνει η ίδια σπαστικιά που ήσουν και τότε.
-Και μετά μου λες να μην αντιδράω κοντή!!
-Χα, χα το θυμάσαι ακόμα?
-Ναι, το θυμάμαι καλά ,ζήλευες το ύψος μου.
-Αφού ήσουν πιο κοντή.
-Άστα αυτά σε εμένα.
-Θυμάσαι την Κ. Σαμιώτη; Την αγαπημένη σου;
- Ξεχνιέται;
-Με τίποτα, ειδικά αυτά που κάναμε.
-Ε, λες και γινόταν μάθημα εκεί μέσα, εμάς περιμένανε να το χαλάσουμε!
-Όντως, ωραία χρόνια, τώρα γεράσαμε.
-Ναι, δεν μπορούμε να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, δυστυχώς.
-Και να τον γυρίζαμε θα ήθελες να ξαναζήσεις πάλι την βαρεμάρα που περνάγαμε τότε στο σχολείο;
-Ουφ, τώρα που το λες πάλι καλά που τα περάσαμε και τελειώσαμε….
-Ναι, έχεις δίκιο, α ήρθε η οδική βοήθεια.
Και μετά αφού φύγαμε , πήγαμε σε μια καφετέρια και συζητήσαμε για το παρελθόν αλλά και για την ζωή μας τώρα.


Στελίνα Σακκάλη, Γ2


 Αθηνά Χατζηβασιλείου, Γ2






Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τα σχολικά χρόνια των παππούδων μας (1950-1960) Β΄ Μέρος

Τα σχολικά χρόνια των γονιών μας (1970-1980)