Οι λέξεις είναι και ήχος... Ο ρυθμός στη νεοελληνική ποίηση

 

Οι λέξεις είναι και ήχος μας λέει ο Μίμης Σουλιώτης. Πώς δημιουργείται όμως αυτός ο ήχος, ο ρυθμός στη νεοελληνική ποίηση; Ξεκινώντας με το δημοτικό τραγούδι και τον Ερωτόκριτο, μιλήσαμε στην τάξη για την εναλλαγή τονισμένων και άτονων συλλαβών που στην περίπτωση των δισύλλαβων ποδών μας δίνουν τον ίαμβο (υ -) και τον τροχαίο (- υ). Καθώς η παραλογή του Γιοφυριού της Άρτας είναι σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, ζητήθηκε από τους μαθητές -για ζέσταμα- να προσπαθήσουν, αλλάζοντας ορισμένες λέξεις στους δύο πρώτους στίχους του τραγουδιού, να φτιάξουν τα δικά τους δίστιχα, διατηρώντας το ίδιο μέτρο. 
Το "ζέσταμα" πήγε πολύ καλά και οι μαθητές συνέχισαν με άλλο ένα δίστιχο που αποτελούσε τη συνέχεια του πρώτου, μένοντας λιγότερο ή περισσότερο κοντά στο αρχικό ποίημα ή προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα εισάγοντας και την ομοιοκαταληξία. Σε  κάθε περίπτωση, διαβάζοντας δυνατά τα δικά τους στιχουργήματα, βρεθήκαμε μπροστά σε ζητήματα όπως οι συνιζήσεις και οι χασμωδίες και αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε τι σημαίνει μέτρο και πότε ένα ποίημα δεν "ακούγεται" σωστά. Σας παραθέτουμε ορισμένα από αυτά:


Τι τρώει ο Σιδέρης πια, μόνο σούβλες με αρνιά.
Άντε φάε τα αρνιά, να γίνεις σαν τα ψηλά βουνά.

Αντώνης Τσομώκος - Ανδρέας Σοφός


Ο Αντωνάκης μου βγαλε μικρό καλό τραγούδι,
για φαγοπότια και αρνιά επάνω σε ψηλά βουνά.

Κωνσταντίνος Σιδέρης

Πήγα να πάρω το μετρό να πάω Κατεχάκη
και έσκασες μύτη στο σταθμό μ'ένα κοντό φουστάκι.
Το εισιτήριο μου πεσε και έσκυψα να το πιάσω
και σ'ένιωσα στην πλάτη μου να παίζεις κοντραμπάσο.

Νίκος Σώκος




Πέρασα χθες απ'έξω από το παραθύρι σου
και σ' άκουσα να τραγουδάς, νανούρισμα στον κύρη σου.

Δάφνη Περισιανίδη

Η θάλασσα είναι βαθιά που κολυμπούν τα ψάρια
και εγώ μια μέρα βούτηξα να πιάσω καλαμάρια.
Μα τελικά αποφάσισα να πάω για χταπόδι
και μία σμέρνα ήρθε και μου δάγκωσε το πόδι

Αλέξανδρος Σαμλίδης
 
Τριάντα έξι unicorns επήγαν στο λιβάδι
να βρουν φαΐ, να βρουν νερό, μα πέσαν στο πηγάδι
Και τότε-ν- εμφανίστηκε νεράιδα κουκλάρα 
τους unicorns μας έσωσε και πήγαν μια βαρκάδα.

Κων/να Παπαθανασίου και Δομνίκη Μπαρμπαρή



Σαράντα πέντε μπούληδες και εξήντα μασκοφόροι
παιδάκια τραμπουκίζανε στης Πάτρας τα σοκάκια
και τα λεφτά τους παίρνουνε και τρέχουνε να φύγουν.

Ορφέας Καραχάλιος και Αλέξης Λυκουρόπουλος


Είκοσί δύο τσέλιγκες με χίλια προβατάκια
απ'την αυγή κινήσανε να πάνε στα λιβάδια,
τα τσοπανόσκυλα μπροστά φυλάγουν το κοπάδι
και οι τσέλιγκες όλο χαρά κοιτάζουν με καμάρι.

Παναγιώτης Κουρκούλης
Σαραντά πέντε πρόβατα κι εξήντα κατσικάκια
τον λόφο ανεβαίνανε και τρώγανε χορτάρι
και ο βοσκός ερχότανε τα ζώα να κουρέψει,
μα πέφτει μέσα στο γκρεμό και βγαίνει κουρεμένος

Λαμπρινή Πουλιάση- Χρύσα Μαρία Πλατή

Τους μίλησε ο αρχηγός και σήκωσαν τα μάτια
τους έδειξε στο χάρτη του πού είν' τα μονοπάτια.
Παναγιώτης Χιωτίνης

Πενήντα δύο όμορφες επήγαν στο ποτάμι
τα ρούχα για να πλύνουνε μα πέσαν στο πηγάδι.
Τις είδε ένας όμορφος και πήγε να τις πιάσει
μα αυτές πεθάνανε εκεί και αυτός είχε πλαντάξει.

Νεφέλη Μαλούση και Αναστασία Νάστου


Διακόσια πέντε καγκουρό στη θάλασσα μουλιάζουν,
καστράκια φτιάχνουν γρήγορα και δίχως να ουρλιάζουν,
μα δυο μεγάλοι αετοί διακόπτουν το παιχνίδι
και τα μικρά τα καγκουρό γυρίζουνε στο σπίτι.

Μάγια Κεραμιδά

Σαράντα πέντε πίθηκοι κι εξήντα μουλαράκια
γιοφύρι(ν) εκατέστρεψαν στης Σπάρτης το καστράκι.
Ολημερίς γκρεμιότανε, το βράδυ εχτιζόταν
Μοιριολογούν οι πίθηκοι και κλαιν τα μουλαράκια.

Γιώργος Μαλικάι και Σταύρος Παναγιωτόπουλος


Κόρη την επηγαίνανε, κόρη τη συζητούνε
σαν 'ηλιο την κοιτάγανε, τ'άστρα (ε)φανταζόταν
Μα κείνη δεν εκοίταξε ξοπίσω της καθόλου
αγέρωχη είχε λεβεντιά, καμάρι του αλόγου.

Εριέττα Καρδάμη



Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τα σχολικά χρόνια των παππούδων μας (1950-1960) Β΄ Μέρος

Τα σχολικά χρόνια των γονιών μας (1970-1980)

30 χρόνια μετά.... η συνάντηση δύο φίλων